ΜΑΡΑΝ ΑΘΑ
ΓΕΙΑ ΣΟΥ

Εγγραφείτε στο φόρουμ, είναι εύκολο και γρήγορο

ΜΑΡΑΝ ΑΘΑ
ΓΕΙΑ ΣΟΥ
ΜΑΡΑΝ ΑΘΑ
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

Σελίδα 2 από 2 Επιστροφή  1, 2

Πήγαινε κάτω

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ - Σελίδα 2 Empty Απ: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

Δημοσίευση από Admin Κυρ Ιαν 03, 2016 3:44 pm

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο Ματθαίος (22:34-40) παρουσιάζει τον νομικό να πειράζει τον Ιησού, ενώ ο Μάρκος (12:28-34) τον παρουσιάζει νουνεχώς να αποκρίνεται;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο Ματθαίος (20:29-34) αναφέρει ότι «ἐκπορευομένων αὐτῶν ἀπὸ Ἰεριχὼ», δηλαδή του Ιησού μετά των μαθητών του συνάντησαν δύο τυφλούς, ενώ ο Μάρκος (10:46-52) αναφέρει ότι «ἐκπορευομένου αὐτοῦ ἀπὸ Ἰεριχὼ καὶ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ» συνάντησαν ένα τυφλό και τέλος ο Λουκάς (18:35-43) αναφέρει «Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ ἐγγίζειν αὐτὸν εἰς Ἰεριχὼ» συνάντησε πάλι ένα τυφλό;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Η πρώτη άρνηση του Ιησού από τον Πέτρο, συνέβη στην αυλή του Άννα όπως αναφέρει ο ευαγγελιστής Ιωάννης ή στην αυλή του αρχιερέα Καϊάφα, όπως λένε οι άλλοι τρεις συνοπτικοί ευαγγελιστές;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Τι προσφέρανε στον Ιησού «ὄξος μετὰ χολῆς μεμιγμένον·» όπως ο Ματθαίος (27:34) αναφέρει ή «ἐσμυρνισμένον οἶνον» όπως ο Μάρκος (15:23) αναφέρει ή σκέτο «ὄξος» όπως ο Λουκάς (23:36) και Ιωάννης (19:29) αναφέρουν;
Πως το πρόσφεραν στον Ιησού, με σπόγγο όπως ο Ματθαίος (27:48) και Μάρκος (15:36) αναφέρουν ή με ύσσωπο, όπως ο Ιωάννης (19:29) αναφέρει;
Πότε πρωτοδόθηκε στον Ιησού πριν ανέλθει στο σταυρό όπως ο Ματθαίος (27:34-35) και Μάρκος (15:23-24) αναφέρουν ή μετά όπως ο Λουκάς (23:33-36) και Ιωάννης (19:18-29) αναφέρουν;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Οι δύο συνεσταυρωμένοι ληστές εκατέρωθεν του σταυρού του Κυρίου μας ονείδιζαν Αυτόν, όπως ο Ματθαίος (27:44) και Μάρκος (15:32) ισχυρίζονται ή βλασφημούσε μόνον ο ένας ληστής, ενώ ο έτερος Τον υπερασπίζονταν, όπως ο Λουκάς (23:39-43) ισχυρίζεται;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί οι συνοπτικοί ευαγγελιστές (Ματθ. 12:38-40, 16:1-4, Μαρκ. 8:11-12, Λουκ. 11:29-30, 23:8-9) αναφέρουν ότι ο Ιησούς δεν έδιδε σημεία στους ζητούντες αυτά, παρά μόνον τους ανέφεραι το σημείον του Ιωνά, ενώ ο ευαγγελιστής Ιωάννης (Ιωαν. 2:23, 3:1-2, 4:54, 6:1-2, 6:14, 6:26, 7:31, 9:16, 11:47, 12:17-18, 20:30) αναφέρει συχνά πολλά σημεία που έκανε ο Ιησούς;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Η Μεταμόρφωση του Κυρίου έγινε μετά από έξι ημέρες (Ματθ. 17:1, Μαρκ. 9:2) ή μετά από οκτώ ημέρες (Λουκ. 9:28);

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί στον αποστολικό κατάλογο του Ματθαίου (10:1-5) και Μάρκου (3:13-19) υπάρχει ο Απόστολος «Λεββαῖος ὁ ἐπικληθεὶς Θαδδαῖος» ο οποίος απουσιάζει από το ευαγγέλιο του Λουκά (6:12-16) και τις Πράξεις (1:13), όπου αντ’ αυτού υπάρχει ο Απόστολος «Ἰούδας Ἰακώβου»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Κατά τον Ματθαίο (2:13-16) μετά τη γέννηση του Ιησού, ο Ιωσήφ και η Μαρία μετά του αγίου βρέφους, φεύγουν εις Αίγυπτο προκειμένου να γλυτώσουν τη νηπιοσφαγή του Ηρώδη και παραμένουν εκεί έως το θάνατό του. (Σημείωση: ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο ξάδελφός του Ιησού, αν και κάτω από δύο ετών κατά κάποιο τρόπο γλιτώνει χωρίς να καταφύγει στην Αίγυπτο.) Γιατί κατά το Λουκά (2:22-40) μετά τη γέννηση του Ιησού, ο Ιωσήφ και η Μαρία παραμένουν στην περιοχή της Ιερουσαλήμ για να παρουσιαστούν στο Ναό (περίπου μετά σαράντα ημέρες) και στη συνέχεια επιστρέφουν στη Ναζαρέτ, χωρίς ποτέ να πάνε στην Αίγυπτο; Επίσης γιατί η νηπιοσφαγή αναφέρεται μόνον υπό του Ματθαίου;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί στα εδάφια Ματθ. 11: 7-15 , 17: 12-13 ο Ιησούς λέει ότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν ένας προφήτης, αλλά και ο Ηλίας που ήρθε, ενώ στο εδάφιο Ιωάν. 1:21 ίδιος ο Ιωάννης λέει ότι δεν είναι ούτε προφήτης, αλλά ούτε και ο Ηλίας;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί στα εδάφια Ματθ. 27:32 , Μαρκ. 15:21 και Λουκ. 23:26 ο Σίμων ο Κυρηναίος σηκώνει το σταυρό του Ιησού, ενώ στο εδάφιο Ιωάν. 19:17 ο Ιησούς μεταφέρει μόνος του το σταυρό του;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί όταν έφτασαν οι γυναίκες στον τάφο του Ιησού ο Ματθαίος (28: 1) λέει ότι ήταν προς το ξημέρωμα «Ὀψὲ δὲ σαββάτων, τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων», ο Μάρκος (16: 2) λέει ήταν μετά την ανατολή του ηλίου « λίαν πρωῒ» «ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου», ο Λουκάς (24: 1) λέει ότι ήταν νωρίς το πρωί «ὄρθρου βαθέως» και ο Ιωάννης (20: 1) λέει ότι ήταν ακόμα σκοτάδι «πρωῒ σκοτίας ἔτι οὔσης»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί στο εδάφιο Ματθ. 28: 9 ο Ιησούς αφήνει τη Μαρία τη Μαγδαληνή και την άλλη Μαρία να κρατήσουν τα πόδια του, στο εδάφιο Ιωάν. 20:17 ο Ιησούς απαγορεύει στη Μαρία τη Μαγδαληνή να τον αγγίξει, δεδομένου ότι δεν έχει ακόμη ανέβη στο Πατέρα και στο εδάφιο Ιωάν. 20:27 παρόλο που ο ίδιος δεν έχει ακόμη ανέβη στον Πατέρα, ο Ιησούς λέει στο Θωμά να τον αγγίξει;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Πως μπορούν στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή (1:12), οι πρώην ειδωλολάτρες Κορίνθιοι να υπερηφανεύονται ως εξής: «ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἐγὼ δὲ Ἀπολλώ, ἐγὼ δὲ Κηφᾶ, ἐγὼ δὲ Χριστοῦ»; Είναι δυνατόν να μην είχε γι αυτούς κεντρική σημασία και να μην τους εξέπληξε ο βίος, τα θαύματα, η διδασκαλία, η σταύρωση και η Ανάσταση του Ιησού; Πως καταβίβαζαν τόσο σε αξία αρχηγού τον Χριστό, έτσι ώστε να τον συγκρίνουν με τους Παύλο – Κηφά – Απολλώ;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Στην Α΄ Κορινθίους επιστολή (2:6), αναφερόμενος ο Παύλος στους χριστιανούς της Κορίνθου, λέει: «Σοφίαν δὲ λαλοῦμεν ἐν τοῖς τελείοις». Πως αναφέρονται ως «τέλειοι», οι μόλις (πριν 25 έτη) ακούσαντες για τον Ιησού, ανώριμοι πνευματικά αρχαίοι Κορίνθιοι και μάλιστα όταν η ίδια επιστολή παρακάτω (3:1) τους αποκαλεί «σαρκίνους, ὡς νηπίους ἐν Χριστῷ»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Τι θα έλεγε ο Ιησούς για την ελευθεριότητα με την οποία ο Παύλος στην Α΄ Κορινθίους επιστολή (7:15), επιτρέπει το διαζύγιο στις περιπτώσεις αποτυχημένων συζυγιών με ετεροπίστους; Πως δηλαδή αυτή η τακτική του Παύλου συμβιβάζεται με την επιχειρηματολογία του Ιησού για το αδιάλυτο του γάμου (Μαρκ. 10:2-10);

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Η Α΄ Κορινθίους επιστολή (8:8-9) αναφέρεται σε ισχυρούς στην πίστη, οι οποίοι μπορούν με εξουσία την οποία διαθέτουν, να καταλύουν ειδωλόθυτα. Γιατί άραγε να μην ισχύουν γι αυτούς οι αποφάσεις της Αποστολικής Συνόδου (Πράξεις κεφ. 15) περί αποχής από τα ειδωλόθυτα;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Οι προτροπές για προφητεία και ο έπαινος των προφητών από τον Παύλου, στην Α΄ Κορινθ. Επιστολή (14:1-25), γεννά το ερώτημα εάν υπήρξαν στην αρχαία Κόρινθο προφήτες, που διασώθηκαν και ποιες είναι οι Προφητείες τους. Μήπως ανακατεύθηκαν με αυτές του Ιησού, εις τα ευαγγέλια ή χάθηκαν;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Οι Πράξεις των Αποστόλων μας παρουσιάζουν τη λατρεία της αρχικής Εκκλησίας σαν μια εξελιγμένη μορφή της λατρείας της Συναγωγής, με τους Πρεσβυτέρους επικεφαλής και την καθιερωμένη τάξη στη προσευχή, στα αναγνώσματα και στην ευλογία. Αυτή περίπου την τάξη, συνδεδεμένη με τη θεία Ευχαριστία, βρίσκουμε στη πράξη της Εκκλησίας και κατά τα μέσα του 2ου αιώνος. Γιατί ο Παύλος στις Επιστολές του, μας δίνει μια διαφορετική εικόνα; Γιατί προφήτες και διδάσκαλοι και άλλοι χαρισματούχοι πρωτοστατούν στις Εκκλησίες και το πρόγραμμα της λατρείας σε κάθε σύναξη φτιάχνεται ελεύθερα, από την ίδια την κοινότητα, υπό την έμπνευση του Πνεύματος και την καθοδήγηση του Αποστόλου;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Στην Α΄ Πέτρου επιστολή (4:16) αναφέρεται το εξής: «εἰ δὲ ὡς Χριστιανός, μὴ αἰσχυνέσθω, δοξαζέτω δὲ τὸν Θεὸν ἐν τῷ μέρει τούτῳ». Το πρόβλημα που δημιουργείτε είναι ότι ο Απόστολος Πέτρος περί το 58 – 64 μ.Χ. (σύμφωνα με τους περισσότερους ερμηνευτές) στέλνοντας την επιστολή του χρησιμοποίησε τη λέξη «Χριστιανός». Οι εθνικοί όμως της εποχής εκείνης δεν ήταν σε θέση να κατανοήσουν το όνομα του ιδρυτή της νέας κατ’ αυτούς «αιρέσεως», δηλαδή το «Χριστός» που σημαίνει «κεχρισμένος από το Θεό». Η Εκκλησία δεν είχε αποδεχτεί τον νεολογισμό αυτό τόσο νωρίς, πράγμα το οποίο φαίνεται από τους χρησιμοποιούμενους χαρακτηρισμούς «μαθητές» ή «αδελφοί» ή «άγιοι» για να δηλώσει την αυτοσυνειδησία της.Το πρόβλημα επιτείνεται εξάλλου και με το γεγονός ότι τα πρώτα γραπτά μνημεία που απηχούν την πρωτοχριστιανική άποψη και περιέχουν τον όρο «Χριστιανισμός», όπως επί παραδείγματι οι επιστολές του Ιγνατίου και η αλληλογραφία του Πλινίου, γράφτηκαν στις αρχές του 2ου μ.Χ. αιώνος. Ποιο μυστήριο άραγε κρύβεται στην Α΄ Πέτρου επιστολή;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Στην προς Κολοσσαείς επιστολή (1:5-6, 23) του Αποστόλου Παύλου αναφέρονται τα εξής:

«5 διὰ τὴν ἐλπίδα τὴν ἀποκειμένην ὑμῖν ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἣν προηκούσατε ἐν τῷ λόγῳ τῆς ἀληθείας τοῦ εὐαγγελίου 6 τοῦ παρόντος εἰς ὑμᾶς, καθὼς καὶ ἐν παντὶ τῷ κόσμῳ, καὶ ἔστι καρποφορούμενον καὶ αὐξανόμενον καθὼς καὶ ἐν ὑμῖν, ἀφ' ἧς ἡμέρας ἠκούσατε καὶ ἐπέγνωτε τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐν ἀληθείᾳ»
«23 εἴ γε ἐπιμένετε τῇ πίστει τεθεμελιωμένοι καὶ ἑδραῖοι καὶ μὴ μετακινούμενοι ἀπὸ τῆς ἐλπίδος τοῦ εὐαγγελίου οὗ ἠκούσατε, τοῦ κηρυχθέντος ἐν πάσῃ τῇ κτίσει τῇ ὑπὸ τὸν οὐρανόν, οὗ ἐγενόμην ἐγὼ Παῦλος διάκονος.»

Είναι ποτέ δυνατόν περί το 60 μ.Χ. που γράφτηκε η προς Κολοσσαείς επιστολή, το ευαγγέλιο του Χριστού να είχε ήδη διδαχθεί «ἐν παντὶ τῷ κόσμῳ» και μάλιστα «ἐν πάσῃ τῇ κτίσει τῇ ὑπὸ τὸν οὐρανόν», ώστε να βαίνει «καρποφορούμενον καὶ αὐξανόμενον»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Στην προς Ρωμαίους επιστολή (1:18-32) ο απόστολος Παύλος αναφερόμενος στους εθνικούς λέει:
 Ότι την «ἀλήθειαν ἐν ἀδικίᾳ» κατείχαν (στ. 18).
 Ότι «τὸ γνωστὸν τοῦ Θεοῦ φανερόν ἐστιν ἐν αὐτοῖς·» διότι «ὁ γὰρ Θεὸς αὐτοῖς ἐφανέρωσε» (στ. 19).
 Ότι «γνόντες τὸν Θεὸν οὐχ ὡς Θεὸν ἐδόξασαν ἢ εὐχαρίστησαν» (στ. 21).
 Ότι ήταν σε θέση «τὸ δικαίωμα τοῦ Θεοῦ ἐπιγνόντες» (στ. 32).
Σε ποιους εθνικούς αναφέρεται ο Παύλος; Γνώριζαν οι εθνικοί πριν δύο χιλιετηρίδες την αλήθεια και την κατείχαν αδίκως; Τους είχε φανερώσει ο Θεός αυτή; Γνώριζαν οι εθνικοί τον Θεό; Ήταν σε θέση οι ειδωλολάτρες εθνικοί να γνωρίζουν το δικαίωμα του Θεού και την αλήθεια;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο απόστολος των εθνών Παύλος, αναφερόμενος προς τους εθνικούς Γαλάτες (Γαλ. 3:2), περί το 49 μ.Χ., ρωτά να μάθει εάν έλαβαν το Πνεύμα «ἐξ ἔργων νόμου» ἢ «ἐξ ἀκοῆς πίστεως»;
Πότε θα προλάβαιναν οι εθνικοί Γαλάτες μέσα σε 20 έτη να άκουγαν τη διδασκαλία του Ιησού, να την εγκολπωθούν, να την κάνουν πράξη με έργα και τελικά να την αποστρέφονταν, έτσι ώστε να έρθει ο απόστολος Παύλος να τους χαρακτηρίσει ως ανόητους (Γαλ. 3:1), λέγοντάς τους «Ὦ ἀνόητοι Γαλάται, τίς ὑμᾶς ἐβάσκανε τῇ ἀληθείᾳ μὴ πείθεσθαι»;
Εφ’ όσον λοιπόν δεν προλάβαιναν να γνωρίσουν τον Νόμο (Παλαιά Διαθήκη) μέσα σε 20 έτη και να τον κάνουν πράξη, ώστε τελικά να τον αποστραφούν και να απιστήσουν, γιατί τίθεται το άτοπο ερώτημα «ἐξ ἔργων νόμου τὸ Πνεῦμα ἐλάβετε ἢ ἐξ ἀκοῆς πίστεως»;
Θα μπορούσαν να συγκρίνουν και να αποφασίσουν οι εθνικοί ειδωλολάτρες Γαλάτες, για το εάν έλαβαν το Πνεύμα «ἐξ ἔργων νόμου» ἢ «ἐξ ἀκοῆς πίστεως»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Το αποτέλεσμα και η χρησιμότητα του νόμου (Παλαιάς Διαθήκης), ο οποίος νόμος κυριεύει τον άνθρωπο (Ρωμ. 7:1), ήταν να γνωρίσει ο Ιουδαίος ότι κατοικεί μέσα του η αμαρτία (Ρωμ. 7:1-25), ώστε ερχόμενος ο Ιησούς Χριστός να μπορέσει να ελευθερωθεί από τα δεσμά του νόμου (Παλαιάς Διαθήκης) αλλά και της αμαρτίας και να συνταχθεί το νόμο του Πνεύματος της εν Χριστώ Ιησού ζωής (Ρωμ. 8:1-2).

Οι εθνικοί δια ποίου νόμου θα γνώριζαν ότι κατοικεί μέσα τους η αμαρτία;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Η προς Γαλάτας επιστολή (3:23-25) αναφέρει: «23 Πρὸ δὲ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα συγκλεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι. 24 ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν· 25 ἐλθούσης δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν. 26 πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ·».

Αν αυτό ίσχυε για τους Ιουδαίους οι οποίοι είχαν ως παιδαγωγό το νόμο της Παλαιάς Διαθήκης, τότε ποιος είναι ο παιδαγωγός νόμος των εθνικών;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο Ιησούς από τη μια μεριά διατάσσει τους μαθητές του (Ματθ. 16:20, Μαρκ. 8:30) και επιτιμά τα δαιμόνια (Μαρκ. 1:34, Λουκ. 4:41) να μην αποκαλύψουν και να μην πουν σε κανέναν, ότι είναι ο Χριστός και από την άλλη μεριά δεν ενδιαφέρεται εάν αυτό γίνει γνωστό:

α. στους Σαμαρείτες (Ιωάν. 4:29), όταν ο ίδιος αυτοαποκαλύπτεται στην Σαμαρείτιδα (Ιωάν. 4:25), ως ο Χριστός;
β. στο συνέδριο (Μαρκ. 14:55), όταν ο ίδιος απαντά σε ερώτηση του αρχιερέα (Μαρκ. 14:62) ότι είναι ο Χριστός, «ὁ υἱὸς τοῦ εὐλογητοῦ»;
γ. στους δώδεκα μαθητές (Ιωάν. 6:67-69), όταν οι ίδιοι τον ανακηρύττουν (Ιωάν. 6:69), ως το Χριστό τον «υἱὸ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος»;
δ. στον Ιουδαϊκό όχλο, κατά την εσχάτη ημέρα της εορτής (Ιωάν. 7:37-41), όταν πολλοί από αυτούς έλεγαν (Ιωάν. 7:41), ότι «οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Πως ο Παύλος, στην προς Εβραίους επιστολή (9:26) φέρεται να λέει για τον Χριστό ότι «νῦν δὲ ἅπαξ ἐπὶ συντελείᾳ τῶν αἰώνων εἰς ἀθέτησιν ἁμαρτίας διὰ τῆς θυσίας αὐτοῦ πεφανέρωται»;
Ήταν η εποχή του, εποχή συντέλειας των αιώνων;
Φανερώθηκε στην εποχή του ο Χριστός;
Admin
Admin
Admin

Αριθμός μηνυμάτων : 284
Πόντοι : 381
Ημερομηνία εγγραφής : 02/01/2016

https://maranatha.forumgreek.com

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ - Σελίδα 2 Empty Απ: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

Δημοσίευση από Admin Κυρ Ιαν 03, 2016 3:45 pm

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Σύμφωνα με τον θεολόγο Ιωάννη Γαλάνη στο σχετικό με την Β΄ προς Θεσσαλονικείς επιστολή, υπόμνημά του, αναφέρεται ότι διαπιστώνεται κάποια εξέλιξη στο χρονικό διάστημα από την πρώτη στη δεύτερη προς Θεσσαλονικείς επιστολή.
Συγκεκριμένα στην πρώτη επιστολή φαίνεται ότι δεν είχε ενταθεί ακόμη η αντίδραση των μη χριστιανών και ο ενθουσιασμός των Θεσσαλονικέων ήταν μεγάλος, εξαιτίας τόσο της γνωριμίας με τον Παύλο, όσο και από το νέο τρόπο ζωής.
Στη δεύτερη επιστολή φαίνεται ότι η κατάσταση άλλαξε κάπως. Τα μέλη της εκκλησίας πληθύνθηκαν, τα προβλήματα αυξήθηκαν και η αντίδραση των έξω μεγάλωσε. Ο αρχικός ενθουσιασμός των Θεσσαλονικέων μετατράπηκε σε εδραία πίστη, όπως αυτό αποδεικνύεται από την υπομονή που δείχνουν στις θλίψεις και τους διωγμούς. Αυτό κάνει τον Παύλο να αισθάνεται υπερήφανος και να καυχιέται στις άλλες εκκλησίες (Β΄ Θεσ. 1:4).
Πάλι στην πρώτη επιστολή (Α΄ Θεσ. 2:12) ο Παύλος θυμίζει στους Θεσσαλονικείς, πως όταν ήταν κοντά τους, διαρκώς τους συμβούλευε και τους προέτρεπε «εἰς τὸ περιπατήσαι ὑμᾶς ἀξίως τοῦ Θεοῦ τοῦ καλοῦντος ὑμᾶς εἰς τὴν ἑαυτοῦ βασιλείαν καὶ δόξαν».
Από την δεύτερη επιστολή (Β΄ Θεσ. 1:5) φαίνεται ότι οι πιστοί ακολούθησαν τις συμβουλές του. Έτσι το «καλοῦντος εἰς τὴν ἑαυτοῦ βασιλείαν», τώρα γίνεται «πάσχετε» υπέρ της βασιλείας του Θεού και το «περιπατεῖν ἀξίως τοῦ Θεοῦ», τώρα αρχίζει να οδηγεί στο «καταξιωθῆναι» των πιστών.
Παρατηρείται δηλαδή μια πρόοδος και μια εξέλιξη των χριστιανών της Θεσσαλονίκης στη νέα τους πίστη. Την ίδια πρόοδο στην πίστη βλέπουμε και στο ακόλουθο παράδειγμα.
Πάλι στην πρώτη επιστολή (Α΄ Θεσ. 3:13) ο Παύλος εκφράζει την ευχή, οι Θεσσαλονικείς, με την πρόοδο στην πίστη τους και τη βοήθεια του Θεού, να αξιωθούν να βρεθούν κοντά στο Θεό Πατέρα χωρίς κανένα ψεγάδι.
Στη δεύτερη επιστολή (Β΄ Θεσ. 1:10) ο Παύλος εκφράζει πλέον την βεβαιότητα ότι αυτοί θα βρεθούν κοντά στο Θεό, ενώ οι αμαρτωλοί θα τιμωρηθούν με αιώνιο όλεθρο.

Όμως ο θεολόγος Π. Τρεμπέλας στο σχετικό υπομνημά του χρονολογεί τη συγγραφή των δύο επιστολών εκ Κορίνθου, περί τα τέλη του 52 και αρχών του 53 μ.Χ. Ορίζει δε ως ενδιάμεσο χρονικό διάστημα της Α΄ και Β΄ επιστολής, αυτό των 5 έως 7 εβδομάδων ή «τινάς μήνας».

Πως όμως είναι δυνατόν σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα να συνέβησαν τα ανωτέρω στους νεοφώτιστους Θεσσαλονικείς;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί στην προς Εβραίους επιστολή (6:4-6) αναφέρονται τα ακόλουθα;

«4 ἀδύνατον γὰρ τοὺς ἅπαξ φωτισθέντας γευσαμένους τε τῆς δωρεᾶς τῆς ἐπουρανίου καὶ μετόχους γενηθέντας Πνεύματος ἁγίου 5 καὶ καλὸν γευσαμένους Θεοῦ ῥῆμα δυνάμεις τε μέλλοντος αἰῶνος, 6 καὶ παραπεσόντας, πάλιν ἀνακαινίζειν εἰς μετάνοιαν, ἀνασταυροῦντας ἑαυτοῖς τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ καὶ παραδειγματίζοντας».

Γιατί οι ανωτέρω χριστιανοί που πέσουν στην αμαρτία δεν μπορούν να μετανοήσουν;

Δεν αντιτίθεται αυτό, με τα ακόλουθα εδάφια, κατά τα οποία κάποιος μπορεί να μετανοεί συνεχώς;

«17 Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν καὶ λέγειν· Μετανοεῖτε· ἤγγικεν γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 4:17)
« 21 Τότε προσελθὼν αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, ποσάκις ἁμαρτήσει εἰς ἐμὲ ὁ ἀδελφός μου καὶ ἀφήσω αὐτῷ; ἕως ἑπτάκις; 22 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Οὐ λέγω σοι ἕως ἑπτάκις ἀλλ' ἕως ἑβδομηκοντάκις ἑπτά» (Ματθ. 18:21-22)
«3 προσέχετε ἑαυτοῖς. ἐὰν ἁμάρτῃ εἰς σὲ ὁ ἀδελφός σου, ἐπιτίμησον αὐτῷ· καὶ ἐὰν μετανοήσῃ, ἄφες αὐτῷ· 4 καὶ ἐὰν ἑπτάκις τῆς ἡμέρας ἁμάρτῃ εἰς σὲ καὶ ἑπτάκις τῆς ἡμέρας ἐπιστρέψῃ πρὸς σὲ λέγων, μετανοῶ, ἀφήσεις αὐτῷ» (Λουκ. 17:3-4)
« 9 οὐ βραδύνει ὁ Κύριος τῆς ἐπαγγελίας, ὥς τινες βραδύτητα ἡγοῦνται, ἀλλὰ μακροθυμεῖ εἰς ἡμᾶς, μὴ βουλόμενός τινας ἀπολέσθαι, ἀλλὰ πάντας εἰς μετάνοιαν χωρῆσαι» (Β΄ Πέτρ. 3:9)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί στο κατά Ματθαίον (7:1-2) και κατά Λουκάν (6:41-42) ευαγγέλιο αποτρέπεται η κρίση από ανθρώπους,

(«1 Μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε· 2 ἐν ᾧ γὰρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, καὶ ἐν ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε μετρηθήσεται ὑμῖν»),

(«41 Τί δὲ βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ δοκὸν τὴν ἐν τῷ ἰδίῳ ὀφθαλμῷ οὐ κατανοεῖς; 42 ἢ πῶς δύνασαι λέγειν τῷ ἀδελφῷ σου, ἀδελφέ, ἄφες ἐκβάλω τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σου, αὐτὸς τὴν ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σοῦ δοκὸν οὐ βλέπων; ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σοῦ, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου»)

ενώ στην Α΄ προς Κορινθ. Επιστολή του Παύλου (5:12 - 6:1-3) επιβάλλεται η κρίση;

(«5:12 τί γάρ μοι τοὺς ἔξω κρίνειν; οὐχὶ τοὺς ἔσω ὑμεῖς κρίνετε; 13 τοὺς δὲ ἔξω ὁ Θεὸς κρινεῖ. καὶ ἐξαρεῖτε τὸν πονηρὸν ἐξ ὑμῶν αὐτῶν. 6:1 Τολμᾷ τις ὑμῶν, πρᾶγμα ἔχων πρὸς τὸν ἕτερον, κρίνεσθαι ἐπὶ τῶν ἀδίκων καὶ οὐχὶ ἐπὶ τῶν ἁγίων; 2 οὐκ οἴδατε ὅτι οἱ ἅγιοι τὸν κόσμον κρινοῦσι; καὶ εἰ ἐν ὑμῖν κρίνεται ὁ κόσμος, ἀνάξιοί ἐστε κριτηρίων ἐλαχίστων; 3 οὐκ οἴδατε ὅτι ἀγγέλους κρινοῦμεν; μήτι γε βιωτικά;»)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Η επικρατούσα άποψη των θεολόγων – ερμηνευτών είναι ότι οι Πράξεις των Αποστόλων γράφτηκαν από το Λουκά, πριν ή κατά το 62 μ.Χ., για τους ακόλουθους λόγους:

 Επειδή απουσιάζει το μαρτύριο του Ιακώβου (62 μ.Χ.)
 Επειδή απουσιάζουν οι διωγμοί των Χριστιανών της Ρώμης, από το Νέρωνα (64 μ.Χ.)
 Επειδή απουσιάζει το μαρτύριο του αποστόλου Πέτρου (64 ή 67 μ.Χ.) και Παύλου (66-68 μ.Χ.)
 Επειδή απουσιάζει ο Ιουδαϊκός πόλεμος (66-70 μ.Χ.) και η καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του Ναού (70 μ.Χ.)
 Επειδή απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά, τόσο στις επιστολές του Παύλου, όσο και στην κύρια θεολογία του, περί δικαιώσεως εκ πίστεως και όχι εξ έργων νόμου.

Όμως στις Πράξεις (1:1) αναφέρεται ότι «Τὸν μὲν πρῶτον λόγον ἐποιησάμην περὶ πάντων, ὦ Θεόφιλε, ὧν ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς ποιεῖν τε καὶ διδάσκειν». Ως «πρώτος λόγος» λοιπόν, κατά κοινή ομολογία θεωρείται το κατά Λουκάν ευαγγέλιο, το οποίο χωρίς καμία αμφισβήτηση θεωρείται ότι γράφτηκε πριν από τις Πράξεις, δηλαδή πριν το 62 μ.Χ.

Το ερώτημα όμως είναι, πως ο ακριβής ιστορικός Λουκάς, ο οποίος στον πρόλογο του ευαγγελίου του δηλώνει ότι:

«1 Ἐπειδήπερ πολλοὶ ἐπεχείρησαν ἀνατάξασθαι διήγησιν περὶ τῶν πεπληροφορημένων ἐν ἡμῖν πραγμάτων, 2 καθὼς παρέδοσαν ἡμῖν οἱ ἀπ' ἀρχῆς αὐτόπται καὶ ὑπηρέται γενόμενοι τοῦ λόγου, 3 ἔδοξε κἀμοὶ παρηκολουθηκότι ἄνωθεν πᾶσιν ἀκριβῶς καθεξῆς σοι γράψαι, κράτιστε Θεόφιλε, 4 ἵνα ἐπιγνῷς περὶ ὧν κατηχήθης λόγων τὴν ἀσφάλειαν» (Λουκ. 1:1-4),

αφού έγραψε το ευαγγέλιό του πριν το 62 μ.Χ. (εκτίμηση Π. Τρεμπέλα 56-60 μ.Χ.), αναφέρεται στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ (21:20-24) που συνέβη το 70 μ.Χ.;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Η Β΄ προς Τιμόθεον επιστολή (1:15), η οποία γράφτηκε περί το 65-68 μ.Χ., αναφέρει «Οἶδας τοῦτο, ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ, ὧν ἐστι Φύγελλος καὶ ῾Ερμογένης».
Εάν αποστράφηκαν «πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ» το Χριστιανικό κήρυγμα του Παύλου, τότε γιατί η μεταγενέστερη αποκάλυψη του Ιωάννη (1:4), η οποία γράφτηκε περί το 95 μ.Χ., λέει «᾿Ιωάννης ταῖς ἑπτὰ ἐκκλησίαις ταῖς ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ· χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Πως γίνεται ο απόστολος Παύλος στην προς Γαλάτας επιστολή (4:14), να συγκρίνει και να ταυτίζει τον εαυτό του με τον Ιησού, λέγοντας «καὶ τὸν πειρασμόν μου τὸν ἐν τῇ σαρκί μου οὐκ ἐξουθενήσατε οὐδὲ ἐξεπτύσατε, ἀλλ' ὡς ἄγγελον Θεοῦ ἐδέξασθέ με, ὡς Χριστὸν ᾿Ιησοῦν»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο Ματθαίος (6:5-6) προτρέπει για ιδιωτική κρυφή προσευχή προς τον Πατέρα, και αναφέρει:

«5 Καὶ ὅταν προσεύχῃ, οὐκ ἔσῃ ὥσπερ οἱ ὑποκριταί, ὅτι φιλοῦσιν ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ ἐν ταῖς γωνίαις τῶν πλατειῶν ἑστῶτες προσεύχεσθαι, ὅπως ἂν φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν. 6 σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τὸν ταμιεῖόν σου, καὶ κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ»,

ενώ ο Παύλος (Α΄ Τιμοθ. 2:8] προτρέπει και για δημόσια προσευχή προς τον Πατέρα η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως υποκριτική, αναφέροντας:  

«Βούλομαι οὖν προσεύχεσθαι τοὺς ἄνδρας ἐν παντὶ τόπῳ, ἐπαίροντας ὁσίους χεῖρας χωρὶς ὀργῆς καὶ διαλογισμοῦ»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Στις Πράξεις 5:34-37 ο Φαρισαίος νομοδιδάσκαλος Γαμαλιήλ κάνει αναφορά σε κάποιον Θευδά ο οποίος παρέσυρε τον λαό σε στάση.
Εφ’ όσον ο Γαμαλιήλ κατά κοινή ομολογία έδρασε περί το 37 μ.Χ. (βλ. σχετικό υπόμνημα Π. Τρεμπέλα, σελ. 198), πως γνώριζε περί του στασιαστή Θευδά, ο οποίος έδρασε περί το 45 μ.Χ. και καταστράφηκε μεθ’ όλων των οπαδών του, υπό του Ρωμαίου ανθυπάτου Φάδου, σύμφωνα με τον ιστορικό της εποχής Ιώσηπο (Αρχαιολ. 20, 5, 1);
Το περίεργο όμως είναι ότι Γαμαλιήλ θέτει μεταγενεστέρως του Θευδά (45 μ.Χ.), έναν άλλο στασιαστή τον Ιούδα τον Γαλιλαίο και μάλιστα τον χρονολογεί κατά τις ημέρες της απογραφής.
Εφ’ όσον η απογραφή κατά κοινή ομολογία έγινε περί το 4-7 π.Χ. (βλ. σχετικό υπόμνημα Π. Τρεμπέλα, σελ. 198), πως ο Ιούδας είναι μεταγενέστερος του Θευδά δηλαδή μεταγενέστερος του 45 μ.Χ.;


ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί οι Πράξεις (15:7) παρουσιάζουν τον απόστολο Πέτρο διδάσκαλο των εθνών,

«7 Πολλῆς δὲ συζητήσεως γενομένης ἀναστὰς Πέτρος εἶπε πρὸς αὐτούς· Ἄνδρες ἀδελφοί, ὑμεῖς ἐπίστασθε ὅτι ἀφ' ἡμερῶν ἀρχαίων ὁ Θεὸς ἐν ὑμῖν ἐξελέξατο διὰ τοῦ στόματός μου ἀκοῦσαι τὰ ἔθνη τὸν λόγον τοῦ εὐαγγελίου καὶ πιστεῦσαι»

ενώ στην προς Γαλάτας επιστολή (2:7) ο Πέτρος παρουσιάζεται ως διδάσκαλος της περιτομής;

«7 ἀλλὰ τοὐναντίον ἰδόντες ὅτι πεπίστευμαι τὸ εὐαγγέλιον τῆς ἀκροβυστίας καθὼς Πέτρος τῆς περιτομῆς»


ΕΡΩΤΗΜΑ:
Η Β΄ προς Τιμόθεον επιστολή (1:15), αναφέρει:

«Οἶδας τοῦτο, ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ, ὧν ἐστι Φύγελλος καὶ ῾Ερμογένης».

Εάν αποστράφηκαν «πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ» το Χριστιανικό κήρυγμα του Παύλου, τότε γιατί στις Πράξεις των Αποστόλων (19:27), ο Δημήτριος εν Εφέσω αναφέρει για λογαριασμό του Παύλου τα εξής:

«καὶ θεωρεῖτε καὶ ἀκούετε ὅτι οὐ μόνον Ἐφέσου, ἀλλὰ σχεδὸν πάσης τῆς Ἀσίας ὁ Παῦλος οὗτος πείσας μετέστησεν ἱκανὸν ὄχλον, λέγων ὅτι οὐκ εἰσὶ θεοὶ οἱ διὰ χειρῶν γινόμενοι»

Τελικά «ἀπεστράφησάν» «πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ» τον Παύλο ή ο Παύλος έπεισε «σχεδὸν πάσης τῆς Ἀσίας» και «μετέστησεν ἱκανὸν ὄχλον»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο Ματθαίος (4:18-19) ως κατωτέρω φαίνεται, αναφέρει ότι ο Ιησούς εκκάλεσε τον Ανδρέα και Πέτρο μαζί στην πίστη,

«18 Περιπατῶν δὲ παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδεν δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς. 19 καὶ λέγει αὐτοῖς· Δεῦτε ὀπίσω μου, καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων.»

ενώ ο Ιωάννης (1:41-43)  ως πάλι κατωτέρω φαίνεται, αναφέρει ότι ο Ιησούς κάλεσε στη πίστη πρώτα τον Ανδρέα, ο οποίος με τη σειρά του έφερε και τον Πέτρο;

«41 Ἦν Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου εἷς ἐκ τῶν δύο τῶν ἀκουσάντων παρὰ Ἰωάννου καὶ ἀκολουθησάντων αὐτῷ· 42 εὑρίσκει οὗτος πρῶτον τὸν ἀδελφὸν τὸν ἴδιον Σίμωνα καὶ λέγει αὐτῷ· Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν· ὅ ἐστιν μεθερμηνευόμενον Χριστός· 43 καὶ ἤγαγεν αὐτὸν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. ἐμβλέψας αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Σὺ εἶ Σίμων ὁ υἱὸς Ἰωνᾶ· σὺ κληθήσῃ Κηφᾶς, ὃ ἑρμηνεύεται Πέτρος. »

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο Ματθαίος (5:17) ως κατωτέρω φαίνεται, αναφέρει για τον Ιησού ότι δεν ήρθε να καταργήσει τον «νόμο»,

«Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι»

ενώ στην προς Εφεσίους επιστολή (2:13-15) ως πάλι κατωτέρω φαίνεται, ο Χριστός εμφανίζεται να καταργεί τον «νόμο»;

«13 νυνὶ δὲ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ὑμεῖς οἱ ποτὲ ὄντες μακρὰν ἐγγὺς ἐγενήθητε ἐν τῷ αἵματι τοῦ Χριστοῦ. 14 αὐτὸς γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἓν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας, 15 τὴν ἔχθραν, ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην».

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο επιτρέπει ο Ιησούς στους αποστόλους να φέρουν ράβδο και σανδάλια,

«8 καὶ παρήγγειλεν αὐτοῖς ἵνα μηδὲν αἴρωσιν εἰς ὁδὸν εἰ μὴ ῥάβδον μόνον, μὴ πήραν, μὴ ἄρτον, μὴ εἰς τὴν ζώνην χαλκόν, 9 ἀλλ' ὑποδεδεμένους σανδάλια, καὶ μὴ ἐνδεδύσθαι δύο χιτῶνας.» (Μαρκ. 6:8-9)

ενώ στα άλλα δύο συνοπτικά ευαγγέλια τους το απαγορεύει;

«9 Μὴ κτήσησθε χρυσὸν μηδὲ ἄργυρον μηδὲ χαλκὸν εἰς τὰς ζώνας ὑμῶν, 10 μὴ πήραν εἰς ὁδὸν μηδὲ δύο χιτῶνας μηδὲ ὑποδήματα μηδὲ ῥάβδον· ἄξιος γὰρ ἐστιν ὁ ἐργάτης τῆς τροφῆς αὐτοῦ.» (Ματθ. 10:9-10)

«3 καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Μηδὲν αἴρετε εἰς τὴν ὁδόν, μήτε ῥάβδους μήτε πήραν μήτε ἄρτον μήτε ἀργύριον μήτε ἀνὰ δύο χιτῶνας ἔχειν.» (Λουκ. 9:3)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Που οδήγησαν τον Ιησού μετά τη σύληψή του, στον Άννα ή στον Καϊάφα;

«57 Οἱ δὲ κρατήσαντες τὸν Ἰησοῦν ἀπήγαγον πρὸς Καϊάφαν τὸν ἀρχιερέα, ὅπου οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι συνήχθησαν» (Ματθ. 26:57)

«12 Ἡ οὖν σπεῖρα καὶ ὁ χιλίαρχος καὶ οἱ ὑπηρέται τῶν Ἰουδαίων συνέλαβον τὸν Ἰησοῦν καὶ ἔδησαν αὐτὸν, 13 καὶ ἀπήγαγον πρὸς Ἅνναν πρῶτον· ἦν γὰρ πενθερὸς τοῦ Καϊάφα, ὃς ἦν ἀρχιερεὺς τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου……………………………………………………24 ἀπέστειλεν αὐτὸν ὁ Ἅννας δεδεμένον πρὸς Καϊάφαν τὸν ἀρχιερέα» (Ιωαν. 18:13, 24)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ποιος κουβάλησε το σταυρό του Ιησού ο ίδιος (σύμφωνα με το κατά Ιωάννην ευαγγέλιο) ή ο Σίμων ο Κυρηναίος (σύμφωνα με τα συνοπτικά ευαγγέλια);

«31 καὶ ὅτε ἐνέπαιξαν αὐτῷ, ἐξέδυσαν αὐτὸν τὴν χλαμύδα καὶ ἐνέδυσαν αὐτὸν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, καὶ ἀπήγαγον αὐτὸν εἰς τὸ σταυρῶσαι. 32 Ἐξερχόμενοι δὲ εὗρον ἄνθρωπον Κυρηναῖον ὀνόματι Σίμωνα· τοῦτον ἠγγάρευσαν ἵνα ἄρῃ τὸν σταυρὸν αὐτοῦ» (Ματθ. 27:31-32)

«20 καὶ ὅτε ἐνέπαιξαν αὐτῷ, ἐξέδυσαν αὐτὸν τὴν πορφύραν καὶ ἐνέδυσαν αὐτὸν τὰ ἱμάτια τὰ ἴδια, καὶ ἐξάγουσιν αὐτὸν ἵνα σταυρώσωσιν αὐτόν. 21 Καὶ ἀγγαρεύουσι παράγοντά τινα Σίμωνα Κυρηναῖον, ἐρχόμενον ἀπ' ἀγροῦ, τὸν πατέρα Ἀλεξάνδρου καὶ Ρούφου, ἵνα ἄρῃ τὸν σταυρὸν αὐτοῦ» (Μαρκ. 15:20-21)

«26 Καὶ ὡς ἀπήγαγον αὐτόν, ἐπιλαβόμενοι Σίμωνός τινος Κυρηναίου, ἐρχομένου ἀπ' ἀγροῦ, ἐπέθηκαν αὐτῷ τὸν σταυρὸν φέρειν ὀπίσω τοῦ Ἰησοῦ» (Λουκ. 23:26)

«17 Παρέλαβον δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἤγαγον· καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὑτοῦ ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον, ὃς λέγεται Ἑβραϊστὶ Γολγοθᾶ» (Ιωαν. 19:17)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Τι από τα παρακάτω έγραφε η πινακίδα επί του σταυρού του Ιησού;

«37 καὶ ἐπέθηκαν ἐπάνω τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ τὴν αἰτίαν αὐτοῦ γεγραμμένην· Οὗτός ἐστιν Ἰησοῦς ὁ βασιλεῦς τῶν Ἰουδαίων» (Ματθ. 27:37)

«26 καὶ ἦν ἡ ἐπιγραφὴ τῆς αἰτίας αὐτοῦ ἐπιγεγραμμένη· Ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων» (Μαρκ. 15:26)

«38 ἦν δὲ καὶ ἐπιγραφὴ γεγραμμένη ἐπ' αὐτῷ γράμμασιν Ἑλληνικοῖς καὶ Ρωμαϊκοῖς καὶ Ἑβραϊκοῖς· οὗτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων» (Λουκ. 23:38)

«19 ἔγραψε δὲ καὶ τίτλον ὁ Πιλᾶτος καὶ ἔθηκεν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ· ἦν δὲ γεγραμμένον· Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων. 20 τοῦτον οὖν τὸν τίτλον πολλοὶ ἀνέγνωσαν τῶν Ἰουδαίων, ὅτι ἐγγὺς ἦν τῆς πόλεως ὁ τόπος ὅπου ἐσταυρώθη ὁ Ἰησοῦς· καὶ ἦν γεγραμμένον Ἑβραϊστί, Ἑλληνιστί, Ρωμαϊστί» (Ιωαν. 19:19-20)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ποια από τα κατωτέρω ήταν τα τελευταία λόγια του Ιησού επί του σταυρού;

«46 περὶ δὲ τὴν ἐνάτην ὥραν ἀνεβόησεν ὁ Ἰησοῦς φωνῇ μεγάλῃ λέγων· Ἠλὶ ἠλὶ, λιμᾶ σαβαχθανί; τοῦτ' ἔστι Θεέ μου, Θεέ μου, ἱνατί με ἐγκατέλιπες; 47 τινὲς δὲ τῶν ἐκεῖ ἑστηκότων ἀκούσαντες ἔλεγον ὅτι Ἠλίαν φωνεῖ οὗτος. 48 καὶ εὐθέως δραμὼν εἷς ἐξ αὐτῶν καὶ λαβὼν σπόγγον πλήσας τε ὄξους καὶ περιθεὶς καλάμῳ ἐπότιζεν αὐτόν. 49 οἱ δὲ λοιποὶ ἔλεγον· Ἄφες ἴδωμεν εἰ ἔρχεται Ἠλίας σώσων αὐτόν. 50 ὁ δὲ Ἰησοῦς πάλιν κράξας φωνῇ μεγάλῃ ἀφῆκε τὸ πνεῦμα» (Ματθ. 27:46-50)

«34 καὶ τῇ ὥρᾳ τῇ ἐνάτῃ ἐβόησεν ὁ Ἰησοῦς φωνῇ μεγάλῃ λέγων· Ἐλωῒ Ἐλωῒ, λιμᾶ σαβαχθανί; ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον, ὁ Θεός μου ὁ Θεός μου, εἰς τί με ἐγκατέλιπες; 35 καί τινες τῶν παρεστηκότων ἀκούσαντες ἔλεγον· Ἴδε Ἠλίαν φωνεῖ. 36 δραμὼν δέ εἷς καὶ γεμίσας σπόγγον ὄξους περιθεὶς τε καλάμῳ ἐπότιζεν αὐτόν λέγων· Ἄφετε ἴδωμεν εἰ ἔρχεται Ἠλίας καθελεῖν αὐτόν. 37 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀφεὶς φωνὴν μεγάλην ἐξέπνευσε» (Μαρκ. 15:34-37)

«46 καὶ φωνήσας φωνῇ μεγάλῃ ὁ Ἰησοῦς εἶπε· Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου· καὶ ταῦτα εἰπὼν ἐξέπνευσεν» (Λουκ. 23:46)

«30 ὅτε οὖν ἔλαβε τὸ ὄξος ὁ Ἰησοῦς εἶπε· Τετέλεσται, καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα» (Ιωαν. 19:30)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Στον τάφο του Ιησού εμφανίστηκαν, ένας άγγελος ή ένας νεανίσκος ή δύο άνδρες ή δύο άγγελοι;

«2 καὶ ἰδοὺ σεισμὸς ἐγένετο μέγας· ἄγγελος γὰρ Κυρίου καταβὰς ἐξ οὐρανοῦ προσελθὼν ἀπεκύλισε τὸν λίθον ἀπὸ τῆς θύρας καὶ ἐκάθητο ἐπάνω αὐτοῦ» (Ματθ. 28:2)

«5 καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν» (Μαρκ. 16:5)

«4 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ διαπορεῖσθαι αὐτὰς περὶ τούτου καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο ἐπέστησαν αὐταῖς ἐν ἐσθήτεσιν ἀστραπτούσαις» (Λουκ. 24:4)

«12 ὡς οὖν ἔκλαιε, παρέκυψεν εἰς τὸ μνημεῖον καὶ θεωρεῖ δύο ἀγγέλους ἐν λευκοῖς καθεζομένους ἕνα πρὸς τῇ κεφαλῇ καὶ ἕνα πρὸς τοῖς ποσίν, ὅπου ἔκειτο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ» (Ιωαν. 20:12)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Στη Β΄ Τιμοθέου (1:8-9) επιστολή αναφέρεται:

«8 μὴ οὖν ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ, 9 τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ' ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων»

Για ποια χάρη η οποία δόθηκε «πρὸ χρόνων αἰωνίων», ομιλεί εδώ ο απόστολος Παύλος;

Τι εννοεί με την έκφραση «πρὸ χρόνων αἰωνίων»;

Μπορούσε αυτή η έκφραση να εννοηθεί  σαράντα περίπου έτη μετά τον Ιησού;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο Παύλος περί το 50-51 μ.Χ., στην Α΄ Θεσσαλ. Επιστολή του (4:16-17) κάνει την ακόλουθη δήλωση περί Παρουσίας του Κυρίου:

«16 ὅτι αὐτὸς ὁ Κύριος ἐν κελεύσματι, ἐν φωνῇ ἀρχαγγέλου καὶ ἐν σάλπιγγι Θεοῦ καταβήσεται ἀπ' οὐρανοῦ, καὶ οἱ νεκροὶ ἐν Χριστῷ ἀναστήσονται πρῶτον, 17 ἔπειτα ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι ἅμα σὺν αὐτοῖς ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου εἰς ἀέρα, καὶ οὕτω πάντοτε σὺν Κυρίῳ ἐσόμεθα.»

Γιατί συμπεριλαμβάνει και τον εαυτό του στην αρπαγή; Διαψεύστηκε ο Παύλος ή όχι;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί η προς Εφεσίους επιστολή του αποστόλου Παύλου είναι η πιο απρόσωπη των επιστολών, χωρίς να περιέχει κανέναν ασπασμό ή χεραιτισμό σε κανέναν; Δικαιολογείται το εκ πρώτης όψεως αυτό γεγονός, της έλλειψης προσωπικών γνωριμιών, όταν ο Παύλος όπως είναι γνωστό επισκέφτηκε δις την Έφεσο και παρέμεινε εκεί επί τριετίαν και πλέον; Δικαιολογείται η απουσία των συνηθισμένων ασπασμών, τους οποίους ο Παύλος παραθέτει εις το τέλος των άλλων επιστολών του; Ταυτόχρονα με όλα αυτά δικαιολογείται το γεγονός ότι η προς Εφεσίους επιστολή δεν εξετάζει κανένα ειδικό πρόβλημα της εν Εφέσω εκκλησίας;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Τι να υποδηλώνουν άραγε οι πλέον των είκοσι επτά (27) επιστολικοί ασπασμοί-χαιρετισμοί του Παύλου, στον επίλογο της προς Ρωμαίους επιστολής του, όταν ως είναι γνωστό, ο Παύλος γράφει την εν λόγω επιστολή του εκ Κορίνθου, προς μία εκκλησία που δεν έχει ακόμα επισκεφτεί; Δεν είναι περίεργο το γεγονός να απουσιάζει εκ των ασπασμών-χαιρετισμών του Παύλου, ο ιδρυτής της εκκλησίας της Ρώμης και πρώτος επίσκοπός της, απόστολος Πέτρος;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Οι Πράξεις (9:1-2) αναφέρουν ότι ο Παύλος εζήτησε από τον αρχιερέα, συστατικάς επιστολάς προς τας συναγωγάς της Δαμασκού, όπως εάν εύρη μερικούς άνδρας και γυναίκας να ανήκουν στον δρόμον του Ιησού, δεμένους τους οδηγήση εις την Ιερουσαλήμ.

Γιατί ο Παύλος έπρεπε να πάει τόσο μακριά, ώστε να βρει Χριστιανούς και να τους συλλάβει, όταν αυτούς μπορούσε να τους βρεί αφ’ ενός μεν στην Ιουδαία και Σαμάρεια που είχαν ήδη ευαγγελιστεί (Πράξ. 8:1, 14, 25, 40), αφ’ ετέρου δε στην ίδια την Ιερουσαλήμ, όπου οι ίδιοι οι απόστολοι είχαν παραμείνει μετά τον διωγμό του Στεφάνου (Πράξ. 8:1), προφανώς για να διδάσκουν;


ΕΡΩΤΗΜΑ:
Πως ο Πέτρος ανακάλυψε ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσσίας, του το αποκάλυψε ο Θεός ή ο αδελφός του ο Ανδρέας;

«16 ἀποκριθεὶς δὲ Σίμων Πέτρος εἶπε· Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος. 17 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ' ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 16:16-17)

«40 λέγει αὐτοῖς· Ἔρχεσθε καὶ ἵδετε. ἦλθαν οὖν καὶ εἶδον ποῦ μένει, καὶ παρ' αὐτῷ ἔμειναν τὴν ἡμέραν ἐκείνην· ὥρα ἦν ὡς δεκάτη. 41 Ἦν Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου εἷς ἐκ τῶν δύο τῶν ἀκουσάντων παρὰ Ἰωάννου καὶ ἀκολουθησάντων αὐτῷ· 42 εὑρίσκει οὗτος πρῶτον τὸν ἀδελφὸν τὸν ἴδιον Σίμωνα καὶ λέγει αὐτῷ· Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν· ὅ ἐστιν μεθερμηνευόμενον Χριστός· 43 καὶ ἤγαγεν αὐτὸν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. ἐμβλέψας αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Σὺ εἶ Σίμων ὁ υἱὸς Ἰωνᾶ· σὺ κληθήσῃ Κηφᾶς, ὃ ἑρμηνεύεται Πέτρος» (Ιωάν. 1:40-43)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ο Ανδρέας και ο Πέτρος σε ποια πόλη ζούσαν, στην Καπερναούμ ή στη Βηθσαϊδά;

«21 Καὶ εἰσπορεύονται εἰς Καπερναούμ· καὶ εὐθέως τοῖς σάββασιν εἰσελθὼν εἰς τὴν συναγωγὴν ἐδίδασκε……………….. 29 Καὶ εὐθέως ἐκ τῆς συναγωγῆς ἐξελθόντες ἦλθον εἰς τὴν οἰκίαν Σίμωνος καὶ Ἀνδρέου μετὰ Ἰακώβου καὶ Ἰωάννου» (Μαρκ. 1:21,29)

«44 Τῇ ἐπαύριον ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, καὶ εὑρίσκει Φίλιππον καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀκολούθει μοι. 45 ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καὶ Πέτρου» (Ιωαν. 1:44-45)


ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ήταν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ο Ηλίας ή όχι;
Γιατί στο κατά Ιωάννην ευαγγέλιο ο Ιωάννης αρνείται ότι είναι ο Ηλίας;

«13 πάντες γὰρ οἱ προφῆται καὶ ὁ νόμος ἕως Ἰωάννου ἐπροφήτευσαν· 14 καὶ εἰ θέλετε δέξασθαι, αὐτός ἐστιν Ἠλίας ὁ μέλλων ἔρχεσθαι» (Ματθ. 11:13-14)

«12 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι Ἠλίας ἤδη ἦλθε, καὶ οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτὸν, ἀλλ' ἐποίησαν ἐν αὐτῷ ὅσα ἠθέλησαν· οὕτω καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μέλλει πάσχειν ὑπ' αὐτῶν. 13 τότε συνῆκαν οἱ μαθηταὶ ὅτι περὶ Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ εἶπεν αὐτοῖς» (Ματθ. 17:12-13)

«13 ἀλλὰ λέγω ὑμῖν ὅτι καὶ Ἠλίας ἐλήλυθε, καὶ ἐποίησαν αὐτῷ ὅσα ἠθέλησαν, καθὼς γέγραπται ἐπ' αὐτόν» (Μαρκ. 9:13)

«19 Καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ μαρτυρία τοῦ Ἰωάννου, ὅτε ἀπέστειλαν οἱ Ἰουδαῖοι ἐξ Ἱεροσολύμων ἱερεῖς καὶ Λευίτας ἵνα ἐρωτήσωσιν αὐτόν· Σὺ τίς εἶ; 20 καὶ ὡμολόγησεν καὶ οὐκ ἠρνήσατο· καὶ ὡμολόγησεν ὅτι Ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ὁ Χριστός. 21 καὶ ἠρώτησαν αὐτόν· Τί οὖν; Ἠλίας εἶ σύ ; καὶ λέγει· Οὐκ εἰμί. Ὁ προφήτης εἶ σύ; καὶ ἀπεκρίθη, Οὔ. » (Ιωαν. 1:19-21)


ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ο Ιησούς μετά την ανάστασή του είπε στους μαθητές του να πάνε στη Γαλιλαία ή να καθίσουν στην Ιερουσαλήμ;

«10 τότε λέγει αὐταῖς ὁ Ἰησοῦς· Μὴ φοβεῖσθε· ὑπάγετε ἀπαγγείλατε τοῖς ἀδελφοῖς μου ἵνα ἀπέλθωσιν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, κἀκεῖ με ὄψονται» (Ματθ. 28:10)

«7 ἀλλ' ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν» (Μαρκ. 16:7)

«49 καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου ἐφ' ὑμᾶς· ὑμεῖς δὲ καθίσατε ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλήμ ἕως οὗ ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους» (Λουκ. 24:49)

«4 καὶ συναλιζόμενος παρήγγειλεν αὐτοῖς ἀπὸ Ἱεροσολύμων μὴ χωρίζεσθαι, ἀλλὰ περιμένειν τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρὸς ἣν ἠκούσατέ μου» (Πραξ. 1:4)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ο Ιησούς μετά την ανάστασή του σε πόσους παρουσιάστηκε σε 120 ή σε πάνω από 500 μαθητές;

«15 Καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις ἀναστὰς Πέτρος ἐν μέσῳ τῶν μαθητῶν εἶπεν· ἦν τε ὄχλος ὀνομάτων ἐπὶ τὸ αὐτὸ ὡς ἑκατὸν εἴκοσιν» (Πραξ. 1:15)

«ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατὰ τὰς γραφάς, 4 καὶ ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ κατὰ τὰς γραφάς, 5 καὶ ὅτι ὤφθη Κηφᾷ, εἶτα τοῖς δώδεκα· 6 ἔπειτα ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς ἐφάπαξ, ἐξ ὧν οἱ πλείους μένουσιν ἕως ἄρτι, τινὲς δὲ καὶ ἐκοιμήθησαν· 7 ἔπειτα ὤφθη Ἰακώβῳ, εἶτα τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν· 8 ἔσχατον δὲ πάντων ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί» (Α΄ Κορινθ. 15:3-8]
ΕΡΩΤΗΜΑ:
Οι συνοδοί του Παύλου άκουσαν την φωνή ή όχι;

«7 οἱ δὲ ἄνδρες οἱ συνοδεύοντες αὐτῷ εἱστήκεισαν ἐνεοί, ἀκούοντες μὲν τῆς φωνῆς, μηδένα δὲ θεωροῦντες» (Πράξ. 9:7)

«9 οἱ δὲ σὺν ἐμοὶ ὄντες τὸ μὲν φῶς ἐθεάσαντο καὶ ἔμφοβοι ἐγένοντο, τὴν δὲ φωνὴν οὐκ ἤκουσαν τοῦ λαλοῦντός μοι» (Πραξ. 22:9)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Που ζήτησαν να μην πάνε τα δαιμόνια, έξω από τη χώρα ή στην άβυσσο;

«9 καὶ ἐπηρώτα αὐτόν· Τί ὄνομά σοι; καὶ ἀπεκρίθη λέγων· Λεγεὼν ὄνομά μοι, ὅτι πολλοί ἐσμεν. 10 καὶ παρεκάλει αὐτὸν πολλὰ ἵνα μὴ ἀποστείλῃ αὐτοὺς ἔξω τῆς χώρας» (Μαρκ. 5:9-10)

«30 ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· Τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· Λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· 31 καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν» (Λουκ. 8:30-31)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο Παύλος διδάσκει ότι ο Ιησούς Χριστός «τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας» και ότι οι χριστιανοί «οὐ γάρ ἐστε ὑπὸ νόμον», ενώ ο Ιησούς αντιθέτως λέει «τήρησον τὰς ἐντολάς» του νόμου, καθώς επίσης και ότι «οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι» τον νόμον και ότι «εὐκοπώτερον δέ ἐστι τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν παρελθεῖν ἢ τοῦ νόμου μίαν κεραίαν πεσεῖν»;

«14 ἁμαρτία γὰρ ὑμῶν οὐ κυριεύσει· οὐ γάρ ἐστε ὑπὸ νόμον, ἀλλ' ὑπὸ χάριν» (Ρωμ. 6:14)

«15 τὴν ἔχθραν, ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην, 16 καὶ ἀποκαταλλάξῃ τοὺς ἀμφοτέρους ἐν ἑνὶ σώματι τῷ Θεῷ διὰ τοῦ σταυροῦ, ἀποκτείνας τὴν ἔχθραν ἐν αὐτῷ» (Εφεσ. 2:15-16)

«17 Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι. 18 ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται. 19 ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτως τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ' ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν. 20 λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι ἐὰν μὴ περισσεύσῃ ἡ δικαιοσύνη ὑμῶν πλεῖον τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 5:17-20)

«17 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· Τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεὸς. εἰ δὲ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωὴν, τήρησον τὰς ἐντολάς» (Ματθ. 19:17)

«20 διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ' ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν» (Ματθ. 28:20)

«17 εὐκοπώτερον δέ ἐστι τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν παρελθεῖν ἢ τοῦ νόμου μίαν κεραίαν πεσεῖν» (Λουκ. 16:17)

Admin
Admin
Admin

Αριθμός μηνυμάτων : 284
Πόντοι : 381
Ημερομηνία εγγραφής : 02/01/2016

https://maranatha.forumgreek.com

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ - Σελίδα 2 Empty Απ: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

Δημοσίευση από Admin Κυρ Ιαν 03, 2016 3:47 pm

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Πως γίνεται ο Ιησούς Χριστός από την μια πλευρά να λέει «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι. 18 ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται» (Ματθ. 5:17-18) και από την άλλη πλευρά ο Παύλος να λέει για τον Χριστό ότι είναι «τέλος γὰρ νόμου» «εἰς δικαιοσύνην παντὶ τῷ πιστεύοντι» (Ρωμ. 10:4) και ότι «ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας» (Εφεσ. 2:15);


ΕΡΩΤΗΜΑ:
Σε ποίους έκανε την πρώτη εμφάνισή του ο Ιησούς;
Στις δύο Μαρίες (Ματθ. 28:1,9), στην Μαρία τη Μαγδαλινή (Μαρκ. 16:9 & Ιωαν. 20:11-14), στους δύο (Κλεόπα και άλλον) προς Εμμαούς (24:13-31) ή στον Κηφά (Α΄ Κορινθ. 15:4-5);

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ο Ιησούς έμπροσθεν του Πιλάτου έμεινε σιωπηλός ή συνομίλησε μαζί του;

«12 καὶ ἐν τῷ κατηγορεῖσθαι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν πρεσβυτέρων οὐδὲν ἀπεκρίνατο. 13 τότε λέγει αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· Οὐκ ἀκούεις πόσα σου καταμαρτυροῦσι; 14 καὶ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῷ πρὸς οὐδὲ ἓν ῥῆμα, ὥστε θαυμάζειν τὸν ἡγεμόνα λίαν» (Ματθ. 27:12-14)

«3 καὶ κατηγόρουν αὐτοῦ οἱ ἀρχιερεῖς πολλά, αὐτὸς δὲ οὐδὲν ἀπεκρίνατο. 4 ὁ δὲ Πιλᾶτος πάλιν ἐπηρώτα αὐτὸν λέγων· Οὐκ ἀποκρίνῃ οὐδέν; ἴδε πόσα σου καταμαρτυροῦσιν. 5 ὁ δὲ Ἰησοῦς οὐκέτι οὐδὲν ἀπεκρίθη, ὥστε θαυμάζειν τὸν Πιλᾶτον» (Μαρκ. 15:3-5)

«33 Εἰσῆλθεν οὖν εἰς τὸ πραιτώριον πάλιν ὁ Πιλᾶτος καὶ ἐφώνησε τὸν Ἰησοῦν καὶ εἶπεν αὐτῷ· Σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; 34 ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἀφ' ἑαυτοῦ σὺ τοῦτο λέγεις ἢ ἄλλοι σοι εἶπον περὶ ἐμοῦ; 35 ἀπεκρίθη ὁ Πιλᾶτος· Μήτι ἐγὼ Ἰουδαῖός εἰμι; τὸ ἔθνος τὸ σὸν καὶ οἱ ἀρχιερεῖς παρέδωκάν σε ἐμοί· τί ἐποίησας; 36 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς· Ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου· εἰ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἦν ἡ βασιλεία ἡ ἐμή, οἱ ὑπηρέται ἄν οἱ ἐμοὶ ἠγωνίζοντο, ἵνα μὴ παραδοθῶ τοῖς Ἰουδαίοις· νῦν δὲ ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐντεῦθεν. 37 εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· Οὐκοῦν βασιλεὺς εἶ σύ; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς· Σὺ λέγεις ὅτι βασιλεύς εἰμι ἐγὼ. ἐγὼ εἰς τοῦτο γεγέννημαι καὶ εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον, ἵνα μαρτυρήσω τῇ ἀληθείᾳ· πᾶς ὁ ὢν ἐκ τῆς ἀληθείας ἀκούει μου τῆς φωνῆς. 38 λέγει αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· Τί ἐστιν ἀλήθεια; καὶ τοῦτο εἰπὼν πάλιν ἐξῆλθε πρὸς τοὺς Ἰουδαίους καὶ λέγει αὐτοῖς· Ἐγὼ οὐδεμίαν αἰτίαν εὑρίσκω ἐν αὐτῷ» (Ιωαν. 18:33-38)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ο Ιησούς ανέβηκε στον Παράδεισο την ίδια ημέρα του θανάτου του, ή ανέβηκε μετά την ανάληψή του;

«42 καὶ ἔλεγε τῷ Ἰησοῦ· Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου. 43 καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἀμήν λέγω σοι, σήμερον μετ' ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ» (Λουκ. 23:42-43)

«17 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μή μου ἅπτου· οὔπω γὰρ ἀναβέβηκα πρὸς τὸν πατέρα μου· πορεύου δὲ πρὸς τοὺς ἀδελφούς μου καὶ εἰπὲ αὐτοῖς· ἀναβαίνω πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ πατέρα ὑμῶν, καὶ Θεόν μου καὶ Θεὸν ὑμῶν. 18 ἔρχεται Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἀπαγγέλλουσα τοῖς μαθηταῖς ὅτι ἑώρακε τὸν Κύριον, καὶ ταῦτα εἶπεν αὐτῇ. 19 Οὔσης οὖν ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. 20 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. 21 εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν· Εἰρήνη ὑμῖν. καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. 22 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον· 23 ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται. 24 Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ' αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς. 25 ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω. 26 Καὶ μεθ' ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ' αὐτῶν. ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· Εἰρήνη ὑμῖν. 27 εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· Φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός» (Ιωαν. 20:17-27)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ο Ιησούς παρουσιάστηκε στους ένδεκα μαθητές μετά την ανάστασή του, σε όρος της Γαλιλαίας ή σε δωμάτιο της Ιερουσαλήμ;

«16 Οἱ δὲ ἕνδεκα μαθηταὶ ἐπορεύθησαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, εἰς τὸ ὄρος οὗ ἐτάξατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς. 17 καὶ ἰδόντες αὐτὸν προσεκύνησαν αὐτῷ, οἱ δὲ ἐδίστασαν» (Ματθ. 28:16-17)

«14 Ὕστερον ἀνακειμένοις αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη καὶ ὠνείδισε τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν καὶ τὴν σκληροκαρδίαν, ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον οὐκ ἐπίστευσαν» (Μαρκ. 16:14)

«33 Καὶ ἀναστάντες αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλήμ, καὶ εὗρον συνηθροισμένους τοὺς ἕνδεκα καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς, 34 λέγοντας ὅτι ἠγέρθη ὁ Κύριος ὄντως καὶ ὤφθη Σίμωνι. 35 καὶ αὐτοὶ ἐξηγοῦντο τὰ ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ὡς ἐγνώσθη αὐτοῖς ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου. 36 Ταῦτα δὲ αὐτῶν λαλούντων αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἔστη ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. 37 πτοηθέντες δὲ καὶ ἔμφοβοι γενόμενοι ἐδόκουν πνεῦμα θεωρεῖν» (Λουκ. 24:33-37)

«19 Οὔσης οὖν ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν» (Ιωαν. 20:19)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Στην αρχή του κατά Μάρκον ευαγγελίου (Μαρκ. 2:1-3:6) καταγράφεται μια ταχεία επιδείνωση των σχέσεων του Ιησού και των εχθρών του, όπως κατωτέρω:

1η ΕΝΤΑΣΗ ΙΗΣΟΥ – ΓΡΑΜΜΑΤΕΩΝ (Μαρκ. 2:1-12)
2η ΕΝΤΑΣΗ ΙΗΣΟΥ – ΓΡΑΜΜΑΤΕΩΝ & ΦΑΡΙΣΑΙΩΝ (Μαρκ. 2:13-17)
3η ΕΝΤΑΣΗ ΙΗΣΟΥ – ΜΑΘΗΤΩΝ ΙΩΑΝΝΟΥ & ΜΑΘΗΤΩΝ ΦΑΡΙΣΑΙΩΝ (Μαρκ. 2:18-22)
4η ΕΝΤΑΣΗ ΙΗΣΟΥ – ΦΑΡΙΣΑΙΩΝ (Μαρκ. 2:23-28)
5η ΕΝΤΑΣΗ ΙΗΣΟΥ – ΦΑΡΙΣΑΙΩΝ ΚΑΙ ΗΡΩΔΙΑΝΩΝ (Μαρκ. 3:1-6)

Η ανωτέρω πρόωρη μεν, κλιμακούμενη δε ένταση, καταλήγει σε συμβούλιο των Φαρισαίων και Ηρωδιανών της Γαλιλαίας, προκειμένου να απολέσουν τον Ιησού.

Γιατί ο Μάρκος παρουσιάζει συγκεντρωμένα στην αρχή του ευαγγελίου του, από την πρώτη κιόλας περιοδεία του Ιησού στη Γαλιλαία, την επιδεινούμενη αυτή ένταση, ενώ ο Ματθαίος και ο Λουκάς έχουν διάσπαρτα απομονωμένα τα αντίστοιχα εδάφια;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο απόστολος Παύλος στην προς Εφεσίους (1:12) επιστολή λέει ότι οι εθνικοί ελπίζανε από πριν εις τον Μεσσία (Χριστό),

«11 ἐν ᾧ καὶ ἐκληρώθημεν προορισθέντες κατὰ πρόθεσιν τοῦ τὰ πάντα ἐνεργοῦντος κατὰ τὴν βουλὴν τοῦ θελήματος αὐτοῦ, 12 εἰς τὸ εἶναι ἡμᾶς εἰς ἔπαινον δόξης αὐτοῦ, τοὺς προηλπικότας ἐν Χριστῷ·»(Εφεσ.1:11-12)

και πάλι στην προς Εφεσίους (2:12) επιστολή λέει ότι οι εθνικοί ήταν «χωρὶς Χριστοῦ, ἀπηλλοτριωμένοι τῆς πολιτείας τοῦ Ἰσραὴλ καὶ ξένοι τῶν διαθηκῶν τῆς ἐπαγγελίας, ἐλπίδα μὴ ἔχοντες καὶ ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ»;

«11 Διὸ μνημονεύετε ὅτι ὑμεῖς ποτε τὰ ἔθνη ἐν σαρκί, οἱ λεγόμενοι ἀκροβυστία ὑπὸ τῆς λεγομένης περιτομῆς ἐν σαρκὶ χειροποιήτου, 12 ὅτι ἦτε ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ χωρὶς Χριστοῦ, ἀπηλλοτριωμένοι τῆς πολιτείας τοῦ Ἰσραὴλ καὶ ξένοι τῶν διαθηκῶν τῆς ἐπαγγελίας, ἐλπίδα μὴ ἔχοντες καὶ ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ» (Εφεσ.2:11-12)

Μπορούσαν οι εθνικοί να συλλάβουν την έννοια Μεσσίας (Χριστός) και αν ναι υπό ποία έννοια;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο απόστολος Παύλος στην Α΄ προς Κορινθίους (15:22-28) επιστολή λέει ότι όταν στον Χριστό ο οποίος «δεῖ γὰρ αὐτὸν βασιλεύειν ἄχρις οὗ ἂν θῇ πάντας τοὺς ἐχθροὺς ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ» «ὑποταγῇ αὐτῷ τὰ πάντα, τότε καὶ αὐτὸς ὁ υἱὸς ὑποταγήσεται τῷ ὑποτάξαντι αὐτῷ τὰ πάντα, ἵνα ᾖ ὁ Θεὸς τὰ πάντα ἐν πᾶσιν»;

«22 ὥσπερ γὰρ ἐν τῷ Ἀδὰμ πάντες ἀποθνήσκουσιν, οὕτω καὶ ἐν τῷ Χριστῷ πάντες ζωοποιηθήσονται. 23 ἕκαστος δὲ ἐν τῷ ἰδίῳ τάγματι· ἀπαρχὴ Χριστός, ἔπειτα οἱ Χριστοῦ ἐν τῇ παρουσίᾳ αὐτοῦ· 24 εἶτα τὸ τέλος, ὅταν παραδῷ τὴν βασιλείαν τῷ Θεῷ καὶ πατρί, ὅταν καταργήσῃ πᾶσαν ἀρχὴν καὶ πᾶσαν ἐξουσίαν καὶ δύναμιν. 25 δεῖ γὰρ αὐτὸν βασιλεύειν ἄχρις οὗ ἂν θῇ πάντας τοὺς ἐχθροὺς ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ. 26 ἔσχατος ἐχθρὸς καταργεῖται ὁ θάνατος· 27 πάντα γὰρ ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ. ὅταν δὲ εἴπῃ ὅτι πάντα ὑποτέτακται, δῆλον ὅτι ἐκτὸς τοῦ ὑποτάξαντος αὐτῷ τὰ πάντα. 28 ὅταν δὲ ὑποταγῇ αὐτῷ τὰ πάντα, τότε καὶ αὐτὸς ὁ υἱὸς ὑποταγήσεται τῷ ὑποτάξαντι αὐτῷ τὰ πάντα, ἵνα ᾖ ὁ Θεὸς τὰ πάντα ἐν πᾶσιν» (Α΄ Κορινθ. 15:22-28)

ενώ στην προς Εφεσίους (1:17, 22) επιστολή λέει ότι «ὁ Θεὸς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ πατὴρ τῆς δόξης» «πάντα ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ»,

«17 ἵνα ὁ Θεὸς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ πατὴρ τῆς δόξης, δώῃ ὑμῖν πνεῦμα σοφίας καὶ ἀποκαλύψεως ἐν ἐπιγνώσει αὐτοῦ, 18 πεφωτισμένους τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς καρδίας ὑμῶν εἰς τὸ εἰδέναι ὑμᾶς τίς ἐστιν ἡ ἐλπὶς τῆς κλήσεως αὐτοῦ, καὶ τίς ὁ πλοῦτος τῆς δόξης τῆς κληρονομίας αὐτοῦ ἐν τοῖς ἁγίοις, 19 καὶ τί τὸ ὑπερβάλλον μέγεθος τῆς δυνάμεως αὐτοῦ εἰς ἡμᾶς τοὺς πιστεύοντας κατὰ τὴν ἐνέργειαν τοῦ κράτους τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, 20 ἣν ἐνήργησεν ἐν τῷ Χριστῷ ἐγείρας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν, καὶ ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ αὐτοῦ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις 21 ὑπεράνω πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας καὶ δυνάμεως καὶ κυριότητος καὶ παντὸς ὀνόματος ὀνομαζομένου οὐ μόνον ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ, ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ μέλλοντι· 22 καὶ πάντα ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ, καὶ αὐτὸν ἔδωκε κεφαλὴν ὑπὲρ πάντα τῇ ἐκκλησίᾳ» (Εφεσ.1:17-22)

Πως ο Πατήρ, την εποχή του Αποστόλου Παύλου, τα «πάντα ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ», χωρίς ο Ιησούς Χριστός να έχει βασιλέψει, ώστε να υποτάξει πρώτα αυτός τα πάντα «ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ» και μετά να υποταγή κι αυτός στο Θεό για να είναι «ὁ Θεὸς τὰ πάντα ἐν πᾶσιν»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Στη Β΄ Τιμοθέου (1:8-9) επιστολή αναφέρεται:

«8 μὴ οὖν ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ, 9 τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ' ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων»

Για ποια χάρη η οποία δόθηκε «πρὸ χρόνων αἰωνίων», ομιλεί εδώ ο απόστολος Παύλος;
Τι εννοεί με την έκφραση «πρὸ χρόνων αἰωνίων»;
Μπορούσε αυτή η έκφραση να εννοηθεί  σαράντα περίπου έτη μετά τον Ιησού;

Γιατί ακολούθως το χωρίο λέει «10 φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»;
Ήταν η 1η Παρουσία και η ενσάρκωσή του, η επιφάνεια του Ιησού Χριστού ή ήταν το άκρως αντίθετο, δηλαδή η πλήρη ταπείνωσή του;
Γιατί σε άλλα χωρία (π.χ. Β΄ Θεσ. 2:8, Β΄ Τιμ. 4:1, Τιτ. 2:13 κλπ) η «επιφάνεια» του Ιησού Χριστού παρουσιάζεται ως μελλοντικό γεγονός και στο εν λόγω χωρίο ως ήδη γενόμενο;

Γιατί ακολούθως το χωρίο λέει: «καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου»;
Κατά την 1η Παρουσία του Ιησού Χριστού καταργήθηκε ο θάνατος ή μήπως ήρθε η ποθούμενη ανθρώπινη αφθαρσία και γιατί τα δύο αυτά (κατάργηση θανάτου - αφθαρσία) η Καινή Διαθήκη τα παρουσιάζει ως μελλοντικά γεγονότα;

Γιατί υπάρχουν τόσα ερωτήματα μέσα σε δύο μόνον στίχους (9 & 10); «9 τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ' ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων, 10 φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου»

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Στο σχετικό με τις επιστολές της Καινής Διαθήκης υπόμνημα του Π. Τρεμπέλα (Τόμος Γ΄, σελ. 324), βρίσκουμε την Ορθόδοξη ερμηνεία της Εκκλησίας μας, για την Α΄ Πέτρου επιστολή (1:20):

«17 καὶ εἰ πατέρα ἐπικαλεῖσθε τὸν ἀπροσωπολήπτως κρίνοντα κατὰ τὸ ἑκάστου ἔργον, ἐν φόβῳ τὸν τῆς παροικίας ὑμῶν χρόνον ἀναστράφητε, 18 εἰδότες ὅτι οὐ φθαρτοῖς, ἀργυρίῳ ἢ χρυσίῳ, ἐλυτρώθητε ἐκ τῆς ματαίας ὑμῶν ἀναστροφῆς πατροπαραδότου, 19 ἀλλὰ τιμίῳ αἵματι ὡς ἀμνοῦ ἀμώμου καὶ ἀσπίλου Χριστοῦ, 20 προεγνωσμένου μὲν πρὸ καταβολῆς κόσμου, φανερωθέντος δὲ ἐπ' ἐσχάτων τῶν χρόνων δι' ὑμᾶς 21 τοὺς δι' αὐτοῦ πιστεύοντας εἰς Θεὸν τὸν ἐγείραντα αὐτὸν ἐκ νεκρῶν καὶ δόξαν αὐτῷ δόντα, ὥστε τὴν πίστιν ὑμῶν καὶ ἐλπίδα εἶναι εἰς Θεόν» (Α΄ Πέτρου 1:17-21)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«20 Ο Χριστός δε ως λυτρωτής και ως αμνός άμωμος θυσιαζόμενος υπέρ των ανθρώπων ήτο γνωστός εις τον Θεόν προ πάντων των αιώνων. Και είχε μεν προγνωσθεί από τον Θεόν έκτοτε, προτού ακόμα δημιουργηθεί ο κόσμος, εφανερώθει δε δια της ενανθρωπίσεως και αναστάσεως του κατά τον τελευταίον καιρό δια σας».

Ομιλώντας βέβαια περί του Χριστού η Ορθοδοξία, εννοεί τον αναμενόμενο Μεσσία του Ιουδαϊκού λαού, σύμφωνα με το ακόλουθο εδάφιο του ευαγγελιστή Ιωάννη:

«41 Ἦν Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου εἷς ἐκ τῶν δύο τῶν ἀκουσάντων παρὰ Ἰωάννου καὶ ἀκολουθησάντων αὐτῷ· 42 εὑρίσκει οὗτος πρῶτον τὸν ἀδελφὸν τὸν ἴδιον Σίμωνα καὶ λέγει αὐτῷ· Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν· ὅ ἐστιν μεθερμηνευόμενον Χριστός» (Ιωαν. 1:41-42)

Το ερμηνευτικό πρόβλημα όμως δημιουργείται από την διαβεβαίωση της Αποκαλύψεως του Ιωάννη η οποία μας πληροφορεί ότι ο ενανθρωπίσας Ιησούς Χριστός ως άμωμο αρνίο εσφάγη «ἀπὸ καταβολῆς κόσμου»:

«7 καὶ ἐδόθη αὐτῷ πόλεμον ποιῆσαι μετὰ τῶν ἁγίων καὶ νικῆσαι αὐτούς, καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ἐπὶ πᾶσαν φυλὴν καὶ λαὸν καὶ γλῶσσαν καὶ ἔθνος. 8 καὶ προσκυνήσουσιν αὐτὸν πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς, ὧν οὐ γέγραπται τὸ ὄνομα ἐν τῷ βιβλίῳ τῆς ζωῆς τοῦ ἀρνίου τοῦ ἐσφαγμένου ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» (Αποκ. 13:7-8]

Δηλαδή με λίγα λόγια η καταβολή (=έναρξη, ίδρυση) του κόσμου άρχισε από της σφαγής (=σταυρικής θυσίας) του αρνίου (= Ιησού Χριστού).
Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουμε και από το ακόλουθο εδάφιο:

«31 Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ' αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ· 32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ' ἀλλήλων, ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, 33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. 34 τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» (Ματθ. 25:31-34)

Δηλαδή η βασιλεία είναι ετοιμασμένη από της 1ης Παρουσίας του Ιησού, κατά την οποία ξεκίνησε και η ύπαρξη του κόσμου.

Άρα όταν η Α΄ Πέτρου επιστολή λέει ότι ο Χριστός, δηλαδή ο Μεσσίας ήταν «προεγνωσμένος πρὸ καταβολῆς κόσμου», εννοεί ότι πριν την 1η Παρουσία (= καταβολή κόσμου) οι Ιουδαίοι και οι προσήλυτοι εθνικοί γνώριζαν τα περί Μεσσίου λόγια της Γραφής, οπότε και τον αναμένανε.

Το ερώτημα είναι γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία και οι ερμηνευτές τοποθετούν χρονικά την έκφραση «φανερωθέντος δὲ ἐπ' ἐσχάτων τῶν χρόνων» στην 1η Παρουσία του Ιησού, δηλαδή στην καταβολή του κόσμου;
Γιατί ταυτίζονται τα έσχατα με την καταβολή του κόσμου;
Αλλά και γιατί την καταβολή του κόσμου την ταυτίζουν με την ερμηνεία «προ πάντων των αιώνων»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Ιωάννη (3:13) «οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὤν ἐν τῷ οὐρανῷ».

Γιατί τότε τα ακόλουθα εδάφια μας πληροφορούν περί του αντιθέτου;

«11 καὶ ἐγένετο αὐτῶν πορευομένων, ἐπορεύοντο καὶ ἐλάλουν· καὶ ἰδοὺ ἅρμα πυρὸς καὶ ἵπποι πυρὸς καὶ διέστειλαν ἀνὰ μέσον ἀμφοτέρων, καὶ ἀνελήφθη ᾿Ηλιοὺ ἐν συσσεισμῷ ὡς εἰς τὸν οὐρανόν» (Δ΄ Βασιλ. 2:11)

«5 Πίστει Ἑνὼχ μετετέθη τοῦ μὴ ἰδεῖν θάνατον, καὶ οὐχ ηὑρίσκετο, διότι μετέθηκεν αὐτὸν ὁ Θεός· πρὸ γὰρ τῆς μεταθέσεως μεμαρτύρηται εὐηρεστηκέναι τῷ Θεῷ» (Εβρ. 11:5)

«24 καὶ εὐηρέστησεν ᾿Ενὼχ τῷ Θεῷ καὶ οὐχ εὑρίσκετο, ὅτι μετέθηκεν αὐτὸν ὁ Θεός» (Γεν. 5:24)

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Πόσα έτη δίδαξε ο Απόστολος Παύλος στην Έφεσο, δύο (Πραξ. 19:10) ή τρία (Πραξ. 20:31);

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί  σε δυο σημεία των επιστολών του Παύλου, λέγει ότι ο Θεός που κηρύττει, ήταν ήδη κεκηρυγμένος και πεπιστευμένος σ’ όλο τον κόσμο, προτού ο ίδιος τελειώσει το ιεραποστολικό του έργο;

Πρός Κολασσαείς α΄: 23
«ει γε επιμένετε τη πίστει τεθεμελιωμένοι και εδραίοι και μη μετακινούμενοι από της ελπίδος του ευαγγελίου ου ηκούσατε, του κηρυχθέντος εν πάση τη κτίσει τη υπό τον ουρανόν, ου εγενόμην εγώ Παύλος διάκονος.»

και

Α΄ Πρός Τιμόθεον γ΄: 16
«και ομολογουμένως μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον· Θεός εφανερώθη εν σαρκί, εδικαιώθη εν Πνεύματι, ώφθη αγγέλοις, εκηρύχθη εν έθνεσιν, επιστεύθη εν κόσμω, ανελήφθη εν δόξη».

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Στην Α΄προς Κορινθίους επιστολή (15:3-4) του αποστόλου Παύλου, αναφέρεται το εξής: «3 παρέδωκα γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις, ὃ καὶ παρέλαβον, ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατὰ τὰς γραφάς, 4 καὶ ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ κατὰ τὰς γραφάς».

Ποιες  είναι οι γραφές στις οποίες αναφέρεται ο Παύλος και οι οποίες πληροφορούσαν τους χριστιανούς τότε ότι ο Ιησούς Χριστός «ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν» και «ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Πως θα ερμηνεύαμε ιστορικά τα δύο κάτωθι χωρία;

«28 ἀμὴν λέγω ὑμῖν, εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐν τῇ βασιλείᾳ αὐτοῦ» (Ματθ. 16:28)

«1 Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες ὧδε τῶν ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει» (Μαρκ. 9:1)

Ήλθε άραγε ο Ιησούς «ἐν τῇ βασιλείᾳ αὐτοῦ»; Ήλθε η βασιλεία του Ιησού «ἐν δυνάμει» και αν ναι, ζούσε η γενεά εκείνη στην οποία απευθύνθηκε;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί σχετικά με την παραβολή του σπορέως, οι ευαγγελιστές Ματθαίος (13:4) και Λουκάς (8:5) αναφέρουν ότι ο σπόρος έπεσε «παρά την οδόν», ενώ ο ευαγγελιστής Μάρκος (4:4) αναφέρει σε δύο σημεία, αφ’ ενός μεν ότι ο σπόρος έπεσε «επί την οδόν», αφ’ ετέρου δε ότι επί «τὴν ὁδὸν σπείρεται ὁ λόγος» (Μαρκ. 4:15);

Admin
Admin
Admin

Αριθμός μηνυμάτων : 284
Πόντοι : 381
Ημερομηνία εγγραφής : 02/01/2016

https://maranatha.forumgreek.com

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ - Σελίδα 2 Empty Απ: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

Δημοσίευση από Admin Κυρ Ιαν 03, 2016 3:49 pm

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ο Δαβίδ είχε ζήσει 42 γενιές πριν από τον Ιωσήφ τον μνήστορα.
Για ποίο λόγο θα έπρεπε ο Ιωσήφ, σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Λουκά (2:1-6), να απογραφεί στη πόλη ενός προγόνου του, ο οποίος υπήρξε 42 γενιές πριν;
Τι πίστευε ο Αύγουστος (ο πλέον λογικός από τους Καίσαρες) γι’ αυτό; Με ένα τέτοιο διάταγμα δεν θα είχε ξεριζωθεί όλη η αυτοκρατορία από τον τόπο της;
Και πέρα από αυτό πως θα ήξερε κάθε άνθρωπος που θα πάει; Κανένας δεν είχε δυνατότητα και δεν ήταν σε θέση να βρει τη γενεαλογία του πριν από σαράντα δύο γενεές κι αν ακόμα μπορούσε, θα διαπίστωνε ότι είχε «εκατομμύρια» προγόνους (το ένα εκατομμύριο σύμφωνα με τους ειδικούς, θα είχε ξεπεραστεί στην εικοστή γενεά).
Επί πλέον ο Δαβίδ είχε αναμφίβολα δεκάδες εκατοντάδων απογόνους, οι οποίοι ζούσαν εκείνο τον καιρό. Μπορούσε ο καθένας να εξακριβώσει την ταυτότητά του; Και αν ναι, πως θα απογράφονταν όλοι σε μια μικρή κωμόπολη;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο Ιησούς λέει ότι έρχεται νύχτα,

«ἐμὲ δεῖ ἐργάζεσθαι τὰ ἔργα τοῦ πέμψαντός με ἕως ἡμέρα ἐστίν· ἔρχεται νὺξ ὅτε οὐδεὶς δύναται ἐργάζεσθαι» (Ιωάν. 9:4), ενώ ο Παύλος

και ο απόστολος Παύλος λέει ότι έρχεται ημέρα;

«ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν» (Ρωμ. 13:12)



ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί ο απόστολος Παύλος είπε «εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, ματαία ἡ πίστις ὑμῶν» (Α΄ Κορινθ. 15:17)
και δεν είπε «εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἠγέρθη, ματαία ἡ πίστις ὑμῶν»;
Γιατί χρησιμοποιείται ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ αντί ΑΟΡΙΣΤΟΥ;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Η «επιφάνεια» του Ιησού Χριστού συνέβη ήδη ή την περιμένουμε;

9  τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ᾽ ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων, 10  φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου (Α΄ Τιμοθ.  1:9-10)

14  τηρῆσαί σε τὴν ἐντολὴν ἄσπιλον, ἀνεπίληπτον μέχρι τῆς ἐπιφανείας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ (Α΄ Τιμοθ. 6:14)

8  καὶ τότε ἀποκαλυφθήσεται ὁ ἄνομος, ὃν ὁ Κύριος ἀναλώσει τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ καταργήσει τῇ ἐπιφανείᾳ τῆς παρουσίας αὐτοῦ· (Β΄ Θεσαλ. 2:8]

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Τελικά ο Ηρώδης (όχι ο νηπιοσφαγέας) ήταν βασιλέας ή τετράρχης;
Γιατί οι ευαγγελιστές Ματθαίος και Λουκάς τον ονομάζουν τετράρχη και ο ευαγγελιστής Μάρκος τον ονομάζει βασιλέα;

Ἐν ἐκείνῳ τῷ καιρῷ ἤκουσεν Ἡρῴδης ὁ τετράρχης τὴν ἀκοὴν Ἰησοῦ (Mατθ. 14:1)
19  Ὁ δὲ Ἡρῴδης ὁ τετράρχης, ἐλεγχόμενος ὑπ᾽ αὐτοῦ περὶ Ἡρῳδιάδος τῆς γυναικὸς τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ καὶ περὶ πάντων ὧν ἐποίησεν πονηρῶν ὁ Ἡρῴδης, (Λουκ. 3:19)

7  Ἤκουσε δὲ Ἡρῴδης ὁ τετράρχης τὰ γινόμενα ὑπ᾽ αὐτοῦ πάντα, καὶ διηπόρει διὰ τὸ λέγεσθαι ὑπό τινων ὅτι Ἰωάννης ἐγήγερται ἐκ τῶν νεκρῶν, (Λουκ. 9:7)
4  Καὶ ἤκουσεν ὁ βασιλεὺς Ἡρῴδης· φανερὸν γὰρ ἐγένετο τὸ ὄνομα αὐτοῦ· καὶ ἔλεγεν ὅτι Ἰωάννης ὁ βαπτίζων ἐκ νεκρῶν ἠγέρθη, καὶ διὰ τοῦτο ἐνεργοῦσιν αἱ δυνάμεις ἐν αὐτῷ (Μαρκ. 6:14)

ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ

Joannes Chrysostomus Scr. Eccl. : In Matthaeum (homiliae 1-90) : Vol 57, pg 67, ln 4
Τοῦ δὲ Ἰησοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας, ἐν ἡμέραις Ἡρώδου τοῦ βασιλέως, ἰδοὺ μάγοι ἀπὸ ἀνατολῶν ἔρχονται εἰς Ἱεροσόλυμα. Μάγοι μὲν ἀστέρος κατάρχοντος ἠκολούθησαν· οὗτοι δὲ οὐδὲ προφητῶν ἐνηχούντων ἐπίστευσαν. Τίνος δὲ ἕνεκεν ἡμῖν καὶ τὸν χρόνον λέγει, καὶ τὸν τόπον, Ἐν Βηθλεὲμ εἰπὼν, καὶ Ἐν ταῖς ἡμέραις Ἡρώδου τοῦ βασιλέως; τίνος δὲ χάριν καὶ τὸ ἀξίωμα προστίθησι; Τὸ ἀξίωμα μὲν, ἐπειδὴ καὶ ἕτερος ἦν Ἡρώδης, ὁ τὸν Ἰωάννην ἀνελών· ἀλλ' ἐκεῖνος τετράρχης ἦν, οὗτος δὲ βασιλεύς.

Athanasius Theol. : Quaestiones in evangelia [Sp.] : Volume 28, page 701, line 16
Ἐρώτ. ʹ. «Ἐν ἡμέραις Ἡρώδου τοῦ βασιλέως.»
Διὰ τί προσέθηκε τὸ ἀξίωμα, εἰπὼν, «τοῦ βασιλέως;»
Ἀπόκ. Ἐπειδὴ καὶ ἕτερος γέγονεν Ἡρώδης ὁ τὸν Πρόδρομον ἀνελών. Ἀλλ' ἐκεῖνος τετράρχης ἦν, οὗτος δὲ βασιλεύς.

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Η προς Κολοσσαείς επιστολή του αποστόλου Παύλου αναφέρει για τον Ιησού Χριστό ότι «αὐτός ἐστιν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος, τῆς ἐκκλησίας· ὅς ἐστιν ἀρχή, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἵνα γένηται ἐν πᾶσιν αὐτὸς πρωτεύων» (Κολ. 1:18).

Πως πρέπει άραγε να εννοήσουμε την έκφραση «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν», όταν γνωρίζουμε ότι και άλλοι προ Αυτού αναστήθηκαν, όπως στις ακόλουθες περιπτώσεις;

• Ο Προφήτης Ηλίας ανασταίνει τον νεκρό υιό της χήρας της Σαρεπτά (Βασιλειών Γ΄, 17, 9 – 23).

• Προφήτης Ελισσαίος ανασταίνει τον υιό της χήρας της Σουναμίτισσας (Βασιλειών Δ, 4, 17 – 37).

• Ο Ιησούς Χριστός ανέστησε : την δωδεκαετή κόρη του Ιάειρου (Λουκά 8, 41 – 56), τον μονογενή υιός της χήρας στη Ναίν (Λουκάς 7, 11 – 17), τον τετραήμερο φίλο Του Λάζαρο (Ιωάννης 11, 1 – 45).

• Η ανάσταση των Αγίων της Μεγάλης Παρασκευής (Ματθαίος κζ΄: 52-53).

Την εξήγηση έρχεται και δίνει εύστοχα ο Σεβηριανός Γαβάλων (5ος αἰ.) λέγοντας: «Ὥσπερ πρωτότοκον πάσης κτίσεως ἔλεγεν αὐτὸν πρὸ τῆς κτίσεως ὄντα, οὕτως πρωτότοκον ἐκ νεκρῶν πρὸ τῶν ἄλλων νεκρῶν εἰς ἀφθαρσίαν ἀναστάντα».

Αλλά και ο Θεοφύλακτος Βουλγαρίας (11ος αἰ.) λέει: «Εἰ γάρ καί ἄλλοι πρό τούτου ἀνέστησαν, ἀλλά πάλιν ἀπέθανον· αὐτός δέ τήν τελείαν ἀνάστασιν ἀνέστη».

Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι ο Ιησούς Χριστός «εἰς ἀφθαρσίαν» «τήν τελείαν ἀνάστασιν ἀνέστη», ενώ οι άλλοι που αναστήθηκαν προ Αυτού «πάλιν ἀπέθανον». Δηλαδή πέθαναν δύο φορές !!!

Γιατί όμως ο Παύλος λέει: «ἀπόκειται τοῖς ἀνθρώποις ἅπαξ ἀποθανεῖν, μετὰ δὲ τοῦτο κρίσις» (Εβρ. 9:27);
Μήπως αυτό το χωρίο του Παύλου δεν ισχύει για όλους τους ανθρώπους, αλλά μόνον για τους μετά της αναστάσεως Ιησού Χριστού ανθρώπους;
Ή μήπως οι ανωτέρω Άγιοι έχουν αστοχήσει στην ερμηνεία τους;  
Πως τελικά πρέπει να εννοήσουμε την έκφραση «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ο Φήλιξ κατά τον αρχαίο ιστορικό Ιώσηπο ήταν αδελφός του Μάρκου Αντώνιου Πάλλαντα σύμβουλου του αυτοκράτορα Κλαυδίου. Ο Κλαύδιος του παραχώρησε επίσης ισχυρή στρατιωτική δύναμη. Στον διορισμό του Φήλικα ως επιτρόπου της Ιουδαίας το 52 μ.Χ., συνηγόρησε και ο αρχιερέας Ιωνάθαν που εκείνη την εποχή βρίσκονταν στην Ρώμη εξ΄ αιτίας μιας σοβαρής διένεξης που είχε δημιουργηθεί με τους Σαμαρείτες κατά της διάρκεια της επιτροπείας του προκατόχου του Φήλικα Κουμανού.
Σύμφωνα με τον ιστορικό Τάκιτο ο Φήλιξ διοικούσε και αυτός ένα τμήμα της Παλαιστίνης με τον βαθμό του επιτρόπου , την εποχή που επίτροπος ήταν ο Κουμανός. Η ανάκληση και η καθαίρεση του συναδέλφου του σύμφωνα με τον ίδιο ιστορικό οφείλονταν στις κακές σχέσεις μεταξύ τους και σε παρασκηνιακές ενέργειες του Φήλικα[Τάκιτος, Χρονικά , Βιβλίο VΙΙ. 45-54.].
Ο Φήλιξ, ύστερα από την ανάληψη των καθηκόντων του γνωρίστηκε με την πριγκίπισσα Δρούσιλλα, αδελφή του Ηρώδη Αγρίππα ΙΙ. Η Δρούσιλλα ήταν παντρεμένη με τον Άζιζο βασιλιά της Έμεσας. Ο Φήλιξ την έπεισε να χωρίσει από τον σύζυγο της και να τον παντρευτεί. Ήταν ο δεύτερος γάμος του Φήλικα του οποίου η πρώτη σύζυγος ονομάζονταν επίσης Δρούσιλλα και ήταν επίσης πριγκίπισσα καθώς ήταν εγγονή της Κλεοπάτρας και του Μάρκου Αντώνιου. Ο Φήλιξ έμελλε να παντρευτεί τρεις φορές. Και οι τρεις σύζυγοι του ήταν πριγκίπισσες.
Η κατάσταση στην περιοχή ήταν έκρυθμη και ένα πλήθος ληστών και απατεώνων κυριαρχούσε στην ύπαιθρο . Ο Φήλιξ κατάφερε στήνοντας μια επιτυχημένη ενέδρα να εξοντώσει την δύναμη του Ελεάζαρου γιου του Δειναίου και να τον συλλάβει . Ο Ελεάζαρος στάλθηκε αλυσοδεμένος στην Ρώμη[Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.VIΙΙ.5 [160]-[161]].
Εν τω μεταξύ οι σχέσεις του Φήλικα με τον αρχιερέα Ιωνάθαν , ο οποίος ήταν αρχικά ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του έγιναν εχθρικές επειδή ο Φήλιξ δεν δέχονταν τις συνεχείς υποδείξεις του αρχιερέα που αφορούσαν την άσκηση των καθηκόντων του. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο Φήλιξ έγινε τελικά ο ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του αρχιερέα. Ένας συνεργάτης του τελευταίου ύστερα από συνεννόηση με τον Φήλικα μίσθωσε μια ομάδα δολοφόνων. Οι δολοφόνοι που έφεραν ξιφίδια κρυμμένα κάτω από τους χιτώνες τους μπήκαν ως προσκυνητές στον Ναό και δολοφόνησαν τον αρχιερέα[Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.VIΙΙ.5 [162]-[164]].
Κατόπιν εμφανίστηκε ένας ψευδοπροφήτης από την Αίγυπτο που έμεινε γνωστός με το προσωνύμιο «Αιγύπτιος» . Ο Αιγύπτιος αφού συγκέντρωσε αρκετούς οπαδούς επεχείρησε να καταλάβει την Ιερουσαλήμ. Ο Φήλιξ πληροφορήθηκε την πρόθεση του και στέλνοντας στρατό εναντίον του διέλυσε το κίνημα του σκοτώνοντας πολλούς οπαδούς του. Ο Αιγύπτιος διασώθηκε, αλλά δεν επιχείρησε να εμφανιστεί δημόσια ξανά [Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.VIΙΙ.6 [169]-[172]], [Ιώσηπος, Ιστορία του Ιουδαϊκού πολέμου προς Ρωμαίους, Βιβλίο Β ΧΙΙΙ.5, [261]-[263]σελ. 101].
Κατά την διάρκεια της αρχής του Φήλικα συνελήφθη και φυλακίστηκε στην Καισάρεια ο Απόστολος Παύλος χωρίς ο επίτροπος να τον προσάγει σε δίκη (56-58 μ.Χ.).
Νέες ταραχές ξέσπασαν στην Καισάρεια μεταξύ του ιουδαϊκού και του μη ιουδαϊκού στοιχείου της πόλης . Οι Ιουδαίοι διεκδίκησαν ισοπολιτεία σε σχέση με τους υπόλοιπους κατοίκους. Τόσο οι Ιουδαίοι όσο και οι μη Ιουδαίοι κάτοικοι θεωρούσαν τους εαυτούς τους οικιστές της πόλης και οι δυο πλευρές ήταν ανυποχώρητες . Έτσι ξέσπασαν συγκρούσεις μεταξύ τους . Ο Φήλιξ στράφηκε εναντίον των Ιουδαίων σκοτώνοντας πολλούς και κατάσχοντας τις περιουσίες τους ( 58 μ.Χ.) [Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.VIΙΙ.7 [173]-[178]].
Οι αγανακτισμένοι Ιουδαίοι κάτοικοι έστειλαν πρέσβεις στον διάδοχο του Κλαυδίου Νέρωνα[Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.VIΙΙ.9 [182]]. Η κατάσταση στην περιοχή είχε εκτραχυνθεί τόσο πολύ ώστε ακόμα και στην Ιερουσαλήμ οι κατώτεροι ιερείς είχαν στασιάσει και είχαν λιθοβολήσει τον νέο αρχιερέα και τους επιφανέστερους ιερείς[Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.VIΙΙ.8 [179]-[181]].
Ο Φήλιξ ανακλήθηκε στην Ρώμη και αντικαταστάθηκε από τον Πόρκιο Φήστο (59 μ.Χ.). Χάρη στην μεσολάβηση όμως του αδελφού του Πάλλαντα στον Νέρωνα διέφυγε την τιμωρία[Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.VIΙΙ.9 [182]].
Κατά την ανάληψη των καθηκόντων του Πόρκιου Φήστου η κρίση που είχε ξεσπάσει στην Καισάρεια συνεχίζονταν. Οι μη Ιουδαίοι κάτοικοι της πόλης πλησίασαν τον αξιωματούχο και πρώην παιδαγωγό του Νέρωνα Βήρυλλο. Αφού τον δωροδόκησαν με πολλά χρήματα του ζήτησαν να γράψει μια επιστολή στον αυτοκράτορα που στρέφονταν εναντίον του αιτήματος των Ιουδαίων για ισοπολιτεία. Η επιστολή πέτυχε το σκοπό της και το αίτημα για ισοπολιτεία απορρίφτηκε . Όταν οι Ιουδαίοι της Καισαρείας έμαθαν τι είχε συμβεί αγανάκτησαν[Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.VIΙΙ.9 [183]-[184]].
Ο Πόρκιος Φήστος εξουδετέρωσε επίσης έναν ανώνυμο ψευδοπροφήτη και τους οπαδούς του[Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.VIΙΙ.10 [188]].
Ο Αγρίππας ΙΙ επιχείρησε να αυξήσει το ύψος ενός πύργου. Ο πύργος αυτός ήταν τμήμα του πρώην ανακτόρου των Ασμοναίων στην Ιερουσαλήμ. Οι ιερείς του Ναού αντέδρασαν σ΄ αυτό επειδή από τον ψηλότερο πύργο ο Αγρίππας θα μπορούσε να παρακολουθεί ανενόχλητος ότι συνέβαινε μέσα στον Ναό (αυτός άλλωστε ήταν ο λόγος που προχώρησε σε αυτή την ενέργεια) και άρχισαν να οικοδομούν ένα καινούργιο τείχος επάνω σε αυτό που ήδη υπήρχε και προστάτευε τον περίβολο του Ναού, ώστε να κόψουν την θέα από τον πύργο[Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.VIΙΙ.11 [189]-[191]].
Η ενεργεία αυτή προκάλεσε την αντίδραση των ρωμαϊκών αρχών επειδή η ρωμαϊκή φρουρά που βρίσκονταν στο διπλανό φρούριο Αντωνία δεν θα μπορούσε να παρατηρεί τι συνέβαινε στον Ναό όταν το νέο τείχος ολοκληρώνονταν. Ο Φήστος απαγόρευσε τις εργασίες των ιερέων, τους παρέπεμψε ταυτόχρονα όμως στον Νέρωνα προκείμενου να του εκθέσουν τα παράπονα τους . Εκείνος δικαίωσε τους ιερείς που παρουσιάστηκαν ενώπιων του στην Ρώμη και όλες οι εργασίες σταμάτησαν[Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.VIΙΙ.11 [192]-[195]].
Ο αρχηγός της αντιπροσωπείας των ιερέων Ισμαήλος που ήταν ο αρχιερέας παρέμεινε στην Ρώμη ως όμηρος. Ο Αγρίππας διόρισε στην θέση του τον Ιώσηπο του Σίμωνος [ Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.VIΙΙ.11 [195]-[196]].
Ο Φήστος πέθανε κατά την διάρκεια της θητείας του. Αντικαταστάτης του ορίστηκε ο Αλβίνος[Ιώσηπος Ιουδαϊκή Αρχαιολογία.Βιβλίο Κ.ΙΧ.1 [197]]
Η διαφθορά και η ωμότητα των τελευταίων δύο επάρχων της Ιουδαίας, του Αλβίνου (62-64 μ.Χ.) και του Γέσσιου Φλώρου, επιτάχυναν την μεγάλη εξέγερση κατά των Ρωμαίων.

Η μεγάλη εβραϊκή εξέγερση του 66 μ.Χ. κατά της ρωμαϊκής κατοχής, ήταν αποτέλεσμα του πάθους για ανεξαρτησία  και της λαϊκής δυσαρέσκειας  που προκάλεσε η κακή διοίκηση και η βαριά φορολογία των τελευταίων Ρωμαίων κυβερνητών της Ιουδαίας.

Γιατί  από τις επιστολές του Παύλου δεν προκύπτουν οι ανωτέρω φοβερές διαμάχες και συμπλοκές του Εβραϊκού λαού με τη Ρωμαϊκή εξουσία και ιδιαιτέρως με τον Πιλάτο, παρ’ όλον που ο Παύλος ομολογεί ότι είναι ζηλωτής Φαρισαίος;
Ο Φλάβιος Ιώσηπος καταγράφει τις περισσότερες και κυριότερες απ’ αυτές τις ταραχές.
Αλλά και στα Ευαγγέλια σώζονται μερικές νύξεις και μικρές περιγραφές τέτοιων διαμαχών.

Γιατί ο Παύλος, αν και σύγχρονος του Ιωσήπου, γράφοντας πριν απ’ αυτόν, αγνοεί παντελώς όλες τις ταραχές που είχαν λάβει χώρα μέχρι τις μέρες του. Πώς ήταν αυτό δυνατό από έναν μορφωμένο Φαρισαίο και ζηλωτή Ιουδαίο;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών  Χρυσόστομος Α΄, κατά κόσμον Χρυσόστομος Παπαδόπουλος (1868-1938), εις το σύγγραμμά του με θέμα «Η Ρωμαϊκή πολιτεία και ο Χριστιανισμός, μέχρι των μέσων του γ΄ αιώνος», το οποίο δημοσιεύτηκε στο εκκλησιαστικό περιοδικό «Θεολογία» (Α΄, δ, 1923), μεταξύ των άλλων αναφέρει για την εκκίνηση και εξάπλωση του Χριστιανισμού τα παρακάτω:

«……Η διάδοση του Χριστιανισμού εν Ρώμη παρήλθε, προφανώς απαρατήρητος δια τας πολιτικάς αρχάς, διότι άλλως τε εθεώρουν αύται τον Χριστιανισμό ως παραφυάδα του Ιουδαϊσμού. Ου μόνον εκτός της Ρώμης, εν ταις λοιπαίς επαρχίαις, αλλά και εν αυτή τη Παλαιστίνη αι Ρωμαϊκαί αρχαί ουδαιμίαν είδησιν είχον περί του Χριστιανισμού, ως ιδιαίτερου θρησκεύματος………….Ούτω λοιπόν ο Χριστιανισμός, μη διακρινόμενος έτι υπό της Ρωμαϊκής πολιτείας του Ιουδαϊσμού, διεδίδετο ευρύτατα υπό τη σκέπη της επιτετραμμένης ιουδαϊκής θρησκείας……….Πρόδηλον δ’ ότι η παρουσία του Αποστόλου Παύλου εν Ρώμη και η επί διετίαν διαμονή συνετέλεσαν εις μείζονα ακμήν της εν Ρώμη εξ Ιουδαίων και εθνικών χριστιανικής κοινότητας. Και εθεωρείτο μεν εισέτι αύτη ως παραφυάς της Ιουδαϊκής κοινότητας, αλλά τα εντός ολίγων ετών επακολουθήσαντα γεγονότα, εχώρισαν και εξωτερικώς τας εσωτερικώς από της πρώτης αρχής του Χριστιανισμού κεχωρισμένας κοινότητας………..Το μίσος δ’ όπερ ησθάνοντο οι Εθνικοί κατά των Ιουδαίων έτι σφοδρότερον έμελλε να καταδηλωθή κατά των Χριστιανών. Και η μεν Ιουδαϊκή θρησκεία ήτο ανεκτή εν τω ρωμαϊκώ κράτει αλλ’ η χριστιανική θρησκεία εφάνη εις τους Ρωμαίους λίαν επικίνδυνος, όθεν έμμελε να καταδιωχθή……..Βέβαιον δ’ είναι το γεγονός ότι επί των πρώτων Αυτοκρατόρων του οίκου των Φλαβίων οι Χριστιανοί απήλαυσαν ευημερίας τινός. Διότι άλλως τε ο Ουεσπασιανός και ο διαδεχθείς αυτόν Τίτος (79-81 μ.Χ.) εξίσου ηδύναντο να εκτιμήσωσι το φιλόνομον των Χριστιανών, μη μετασχόντων της Ιουδαϊκής επαναστάσεως, ήτις απέληξεν εις την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Λάβωμεν δε υπόψη ότι οι Χριστιανοί δεν ετέθησαν έτι και μετά τον επί Νέρωνος διωγμόν εκτός νόμου, ουδέ διεχωρίσθησαν εντελώς δια την Ρωμαϊκήν Πολιτείαν εις θρησκείαν, διάφορον του Ιουδαϊσμού και απηγορευμένην. Επομένως ήτο δυνατόν να μην παρενοχλώνται και να αναπτύσσωνται ησύχως, ούτως ώστε μεταξύ των μελών της εν Ρώμη Εκκλησίας κατελέγοντο ήδη και μέλη της περιφανούς οικογενείας των Φλαβίων………».

Εφ’ όσον λοιπόν η ευημερούσα Χριστιανική θρησκεία, κατά τα πρώτα έτη των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων του οίκου των Φλαβίων, δεν παρενοχλείτω και αναπτύσσονταν ησύχως, δεν μπορούσε να διακριθεί υπό των Εθνικών, από αυτήν τη θρησκεία του Ιουδαϊσμού, και ο πρώτος διωγμός κατά των Χριστιανών, εκδηλώθηκε μεν τοπικά μόνον στη Ρώμη υπό του Νέρωνος το 64 μ.Χ., γενικευμένα δε υπό του Δομιτιανού το 81-96 μ.Χ, για ποιους διωγμούς και για ποιες θλίψεις των Χριστιανών ομιλούν οι πλείστες εκ των επιστολών του Αποστόλου Παύλου, οι οποίες γράφτηκαν πριν του 64 μ.Χ.;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Ο Ηρώδης ο Μέγας ήταν ένας αδίστακτος ηγεμών που δολοφονούσε ανθρώπους που τους θεωρούσε απειλή για την ηγεμονία του. Συνολικά, απ’ τα κοντινά μέλη της οικογένειάς του, ο βασιλιάς Ηρώδης εκτέλεσε μία σύζυγό του, τρεις γιους του, την πεθερά και τον γαμπρό του. Ο ιστορικός Ιώσηπος, που ακολούθησε όλη τη ζωή του Ηρώδη, έγραψε, ότι το 29 π.Χ, ο βασιλιάς εκτέλεσε τη δεύτερη γυναίκα του, Μαριάμη. Την κατηγόρησε για μοιχεία και στη δίκη, κεντρικοί μάρτυρες, ήταν η αδερφή του, Σαλώμη και η μητέρα της, Αλεξάνδρα. Η τελευταία εμφανίστηκε, επειδή ήξερε, ότι ήταν η επόμενη στη λίστα για θανάτωση, και ήλπιζε ότι θα αλλάξει τη γνώμη του βασιλιά. Η Μαριάμη εκτελέστηκε και η Αλεξάνδρα διακήρυξε τον εαυτό της βασίλισσα της Ιουδαίας, υποστηρίζοντας ότι ο Ηρώδης ήταν τρελός και ακατάλληλος βασιλιάς. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο λάθος της. Ο Ηρώδης την εκτέλεσε επιτόπου, χωρίς να τη δικάσει καν. Το 28 π.Χ, εκτέλεσε τον Κόστομπαρ, τον σύζυγο της αδερφής του Σαλώμης, επειδή πίστευε ότι συνωμοτούσε εναντίον του. Το 8 π.Χ, κατηγόρησε για προδοσία του γιους του, από τον γάμο του με τη Μαριάμη, τον Αλέξανδρο και τον Αριστόβουλο. Πίστευε, ότι ήθελαν να τον εκδικηθούν για τον θάνατο της μητέρας τους. Η δίκη έγινε ένα χρόνο αργότερα, στη Βηρυτό. Οι γιοι του κρίθηκαν ένοχοι και εκτελέστηκαν. Ο Ηρώδης άλλαξε τη διαθήκη του και ονόμασε διάδοχό του τον Αντίπατρο, τον γιο του με την πρώτη σύζυγό του, Ντόρις. Εκτελέστηκε κι αυτός, με τη σειρά του, τέσσερα χρόνια μετά, επειδή υποτίθεται ότι σχεδίαζε τη δολοφονία του πατέρα του.

Όμως καμία πηγή, σύγχρονη του Ηρώδη, ούτε καν αυτός ο Ιώσηπος, δεν αναφέρει το γεγονός της σφαγής των (14000 κατά την Παράδοση) νηπίων !!!
Ο Ιώσηπος έγραψε πολλές ιστορίες για τον Ηρώδη επιμένοντας στη θηριωδία του, όχι όμως αυτή της νηπιοσφαγής !!!
Δεν υπάρχει καταγραφή, ούτε καν απ’ τους υπόλοιπους τρεις Ευαγγελιστές, πέρα απ’ τον Ματθαίο (2:16).
Ούτε από αριθμητική άποψη στέκει η θεωρία. Η Βηθλεέμ ήταν ένα μικρό χωριό και ακόμα και με τις τριγύρω περιοχές, θα ήταν αδύνατο να βρεθούν 14.000 αγόρια μέχρι δύο ετών. Στην καλύτερη περίπτωση, λένε οι ιστορικοί, ο αριθμός των αρσενικών νηπίων θα έφτανε τα 20.
Πως εξηγείται λοιπόν το γεγονός, αυτής της αναφοράς του Ματθαίου και της Ιεράς Παράδοσης;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Στη Γαλιλαία του Ιησού υπήρχαν τρεις μεγάλες πόλεις:

α.   Η Σέπφωρις (απείχε μόλις τέσσερα μίλια από τη Ναζαρέτ όπου μεγάλωσε ο Ιησούς) το στολίδι όλης της Γαλιλαίας κατά τον Ιώσηπο (Αρχαιολ. 18:27), η οποία για ένα διάστημα ήταν πρωτεύουσα της Γαλιλαίας και πατρίδα της αριστοκρατίας της εποχής εκείνης.

β.   Η Τιβεριάδα η νέα πρωτεύουσα της Γαλιλαίας (επί Ηρώδου Αντίπα), χτισμένη στις όχθες της θάλασσας της Γαλιλαίας.

γ.   Η Σκυθόπολις, η μοναδική πόλη της Δεκάπολης στη δυτική όχθη του Ιορδάνη, με ανάμικτο πληθυσμό, πολιτικά ανεξάρτητη (δεν είχε κυβερνηθεί από τον Ηρώδη και δεν κυβερνιόνταν από τον Αντίπα), με ελληνιστικές καταβολές.

Εκεί στην πρωτεύουσα, την Τιβεριάδα, θα μπορούσε να προσφέρει τη βασιλεία σε απόκληρους της κοινωνίας και σε αμαρτωλούς, συμπεριλαμβανομένων των φοροεισπρακτόρων και των πορνών. Θα μπορούσε στη Σέπφωρη να διαμαρτυρηθεί ενάντια στην ευμάρεια της αριστοκρατίας.

Πως εξηγείται το γεγονός, ότι η Καινή Διαθήκη δεν αναφέρει επίσκεψη του Ιησού στα αστικά κέντρα και ιδιαίτερα στις ανωτέρω τρεις μεγαλύτερες πόλεις της Γαλιλαίας, όταν ο Ματθαίος (4:23) και ο Μάρκος (1:39) μας διαβεβαιώνουν ότι δίδαξε σε «ὅλην τήν Γαλιλαίαν»;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί οι ευαγγελιστές Ματθαίος (Ματθ. 11:2-3) και Λουκάς (Λουκ. 7:18-20), εμφανίζουν τον Ιωάννη τον Βαπτιστή να μη γνωρίζει εάν ο Ιησούς είναι ο αναμενόμενος «ερχόμενος»,

και ο τέταρτος ευαγγελιστής (Ιωαν. 1:29-31) εμφανίζει τον Ιωάννη να βλέπει τον «ερχόμενο» Ιησού και να τον καταδεικνύει;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Έφεσος, είναι η πόλη στην οποία ο Παύλος ίδρυσε την Εκκλησία της (Πράξεις 18:18, 19:5,7) διαθέτοντας μαζί με την ακολουθία του περισσότερο χρόνο απ’ ότι οπουδήποτε αλλού (τρείς μήνες κατά την διάρκεια της δεύτερης αποστολής περί το 51 μ.Χ. και τρία χρόνια κατά την διάρκεια της τρίτης περί το 53-56 μ.Χ.). Είναι η πόλη στην οποία ο Παύλος περί το 50-57 μ.Χ έγραψε την πρώτη και δεύτερη επιστολή προς Κορινθίους. Είναι η πόλη στην οποία ένεκα της αποστολικής δράσεως του Παύλου πολλοί εξομολογούνταν και ανάγγελλαν τις πράξεις τους (Πράξεις 19:18) καθώς και καίγανε τα μαγικά βιβλία τους (Πράξεις 19:19).

Σ’ αυτή την πόλη όμως σύμφωνα με την Παράδοση, εγκαταστάθηκε και έδρασε μετά την Σταύρωση του Ιησού ο ιδρυτής της εκκλησίας της Εφέσου απόστολος Ιωάννης, το βίο του οποίου μπορεί κανείς να βρεί παντού (βλέπε http://www.impantokratoros.gr/BF208F26.el.aspx).

Ο Ιωάννης στην Έφεσο, σύμφωνα με την παράδοση προστάτευε την Μητέρα του Ιησού, το σπίτι της οποίας είναι ένα σημαντικό προσκύνημα (βλέπε http://oodegr.co/oode/asynithista/thavmata/spiti_panagias1.htm).

Ο Ιωάννης λέγεται ότι υπήρξε ο διδάσκαλος του σεβασμιότατου επίσκοπου Πολύκαρπου, της γειτονικής Σμύρνης και παρέμεινε στην Έφεσο (αφού εξορίστηκε ενδιάμεσα στην Πάτμο) μέχρι τα χρόνια της αυτοκρατορικής θητείας του Τραϊανού (98-117 μ.Χ.).

Καθώς όμως δεν έχουμε καμία σχετική αναφορά, το ερώτημα και ο προβληματισμός που μπαίνει σε κάθε λογικό άνθρωπο, είναι εάν γνώριζε ή εάν άκουσε ή εάν βρήκε ο Παύλος, την μητέρα του Χριστού που κήρυττε και τον Ιωάννη στην Έφεσο.

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γενικώς, ο Χριστός στις επιστολές του Παύλου, δεν είναι ο «ιστορικός» άνδρας με γήινη δράση και «δική του» διδασκαλία, όπως τον αναφέρουν τα Ευαγγέλια. Ο Παύλος δεν μας παραδίδει καμία διδασκαλία και δράση του Ιησού Χριστού όπως κάνουν τα Ευαγγέλια, παρά τις εκ πρώτης άποψης «αντιφάσεις και ασυμφωνίες τους», αλλά κάνει μια δική του θεολογική ερμηνεία περί κάποιου σταυρωθέντος και αναστάντος Χριστού που ποτέ δεν είχε την τύχη να συναντήσει και να γνωρίσει εν ζωή και επί της γης.

Πως γίνεται ο Παύλος,

• ο οποίος είχε σπουδάσει και μεγαλώσει έως τότε παρά τους πόδες του Φαρισαίου ραββίνου νομοδιδάσκαλου  Γαμαλιήλ (Πράξεις 5:34, 22:3) (έδρασε γύρω στο 30 – 40 μ.Χ.) εν Ιερουσαλήμ,

• ο οποίος νεαρός παρευρίσκονταν στο λιθοβολισμό του Αγίου πρωτομάρτυρος Στεφάνου (Πράξεις 7:58-59)  (34-36 μ.Χ.) εν Ιερουσαλήμ,

• ο οποίος τρία έτη μετά την μεταστροφή του (37 μ.Χ.)  και μόλις ένα έτος μετά τον Ρωμαίο Πόντιο Πιλάτο (26-36 μ.Χ.), κατά την επιτροπεία του οποίου σταυρώθηκε ο Ιησούς (περίπου 33 μ.Χ.), είχε ανέβει να συναντήσει τους αποστόλους Πέτρο και Ιάκωβο πάλι εν Ιερουσαλήμ,

να μην αναφέρει τίποτε από όσα αναφέρουν οι Ευαγγελιστές, για τη διδασκαλία δια των παραβολών και τα τόσο μεγάλα θαύματα και σημεία του Ιησού Χριστού, τα οποία συνέβησαν περίπου ανάμεσα στα έτη 27 – 33 μ.Χ.;

Αν αναλογιστούμε ότι στους Εμμαούς (Λουκ. 24:18) ο Κλεόπας, εἶπε πρὸς τον Ιησού: «Σὺ μόνος παροικεῖς ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ οὐκ ἔγνως τὰ γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις;», συμπεραίνουμε εύκολα ότι όλοι είχαν ακούσει περί των συμβισομένων εκεί, περί του Ιησού, περί της δράσης του και περί του βίου του. Πως λοιπόν ο Παύλος δεν αναφέρει τίποτε από τον «ιστορικό» Ιησού των ευαγγελίων;

ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ:
1. Ο Ιησούς πότε εκδίωξε τους εμπόρους και αργυραμοιβούς από το Ναό, την ίδια μέρα που μπήκε θριαμβευτικά εις την Ιερουσαλήμ, όπως ο Ματθαίος (21:12-13) και Λουκάς (19:45-46) αναφέρουν ή το πρωί της επόμενης ημέρας, όπως ο Μάρκος (11:11-16)  αναφέρει;
2. Ο Ιησούς πότε εκδίωξε τους εμπόρους και αργυραμοιβούς από το Ναό, στην αρχή της δημόσιας δράσης του, όπως ο Ιωάννης (2:13-17) αναφέρει ή στο τέλος της δημόσιας δράσης του (κατά την εβδομάδα των Παθών), όπως οι άλλοι τρεις ευαγγελιστές αναφέρουν;

ΕΡΩΤΗΜΑ:
Γιατί από ορισμένα λεγόμενα του αποστόλου Παύλου (Α΄ Πετρ. 1:17-21) βγάζουμε το συμπέρασμα ότι ο Χριστός φανερώθηκε και από άλλα λεγόμενα του ίδιου αποστόλου (Κολοσ. 3:4), συμπεραίνουμε ότι ο Χριστός δεν έχει φανερωθεί και ότι πρόκειται να φανερωθεί;


Admin
Admin
Admin

Αριθμός μηνυμάτων : 284
Πόντοι : 381
Ημερομηνία εγγραφής : 02/01/2016

https://maranatha.forumgreek.com

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Σελίδα 2 από 2 Επιστροφή  1, 2

Επιστροφή στην κορυφή

- Παρόμοια θέματα

 
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης